Γιώργος Κολέμπας – Γιάννης Μπίλλας Με το πρόταγμα της αυτονομίας, της αποανάπτυξης, του κοινοτισμού και της άμεσης άμεσης δημοκρατίας Με την επικράτηση του καπιταλισμού και του φαντασιακού του προτάγματος περί ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, χάθηκε ένας απίστευτος αριθμός μικρότερων αφηγήσεων ζωής και παραγωγής. Κοινότητες ανθρώπων, που ήταν ο πλούτος της ανθρωπότητας, απώλεσαν σταδιακά τα νοήματα με τα οποία στήριζαν τη ζωή τους και έγιναν καταναλωτές προϊόντων, πολιτικών και νοημάτων που παράγει το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Αυτή η αφήγηση έφτασε στα όριά της, οικολογικά, ανθρωπολογικά και πολιτικά. Η Κοινότητα των κοινοτήτων αποτελεί πρόταση αυτοθέσμισης των κοινωνιών και των ανθρώπων που δεν αρκούνται στη διαπίστωση ότι για όλα ευθύνεται ο καπιταλισμός και οι τραπεζίτες. Που δεν επιλέγουν τη θυματοποίησή τους και την παθητικότητα. Που αρνούνται τον ιδρυματισμό τους, αναθέτοντας τη λύση στο πολιτικό προσωπικό των κομμάτων της αντιπροσωπευτικής και εξόχως ολιγαρχικής δημοκρατίας. Η Κοινότητα των κοινοτήτων κινείται ενάντια και παράλληλα σε αυτή την αφήγηση, προτείνοντας μια άλλη μορφή οργάνωσης της κοινωνίας. Το κύτταρο της κοινωνίας που θα αγαπήσουμε έχει στον πυρήνα του την έννοια της κοινότητας με τα νοήματα και τα προτάγματά της. Στη θέση του κεντρικού κράτους, που θα περιορίζεται σιγά σιγά, θα ανθίσουν οι αμεσοδημοκρατικές ομόσπονδες κοινότητες ανθρώπων, έθνη κοινοτήτων και κοινότητες εθνών. Ο Γιώργος Κολέμπας εργάστηκε ως μαθηματικός στη Μέση Εκπαίδευση και τώρα ασχολείται με την οικο-γεωργία. Έχει γράψει τα βιβλία Τοπικοποίηση: Από το παγκόσμιο… στο τοπικό (Αντιγόνη, 2009), μαζί με τον Βασίλη Γιόκαρη το Κοινωνικοποίηση: H διέξοδος από τις συμπληγάδες του κρατισμού και της ιδιωτικοποίησης (Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2012), Ο σύγχρονος κοινοτισμός (Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2015), και Επιστροφή προς τα…μπρος (Ταξιδευτής, 2017). Επίσης συμμετείχε στο συλλογικό βιβλίο Η άμεση δημοκρατία τον 21ο αιώνα (Νησίδες, 2013). Διαχειρίζεται την ιστοσελίδα http://www.topikopoiisi.eu
Ο Γιάννης Μπίλλας είναι εκπαιδευτικός-βιοκαλλιεργητής και ζει στα Τρίκαλα Θεσσαλίας.Έχει γράψει μαζί με τον Γιώργο Κολέμπα το βιβλίο Ο Ανθρωπολογικός Τύπος της Αποανάπτυξης – Τοπικοποίησης (Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2013). Εργάζεται για την αποανάπτυξη και την άμεση δημοκρατία συμμετέχοντας στο https://apokoinou.eu
Δεύτερη Έκδοση του ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗΣ-ΤΟΠΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ (Δεκέμβριος του 2013)
Γιώργος Κολέμπας Γιάννης Μπίλλας: 0 ΑΝΘΡΩΠΟΑΟΓΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗΣ - ΤΟΠΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ Εκδόσεις των Συναδάλφων
Οι τυπικές χώρες με θερμάκλίματα βρίσκονται ενώπιον του ακόλουθου διλήμματος: οικονομικόλίμνασμακαι διάσωση του ιθαγενούς πληθυσμού ή προσωρινή οικονομική ανάπτυξη αλλά οπισθοδρόμηση των ιθαγενών.
M. Gourou
Το γεγονός πως μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο εξαντλήθηκε η πρώτη έκδοση του βιβλίου του Γιώργου και του Γιάννη μας δίνει το δικαίωμα να διατηρούμε μια χαραμάδα αισιοδοξίας μέσα στον γενικότερο πολιτικό ζόφο που χαρακτηρίζει όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και τον σύγχρονο κόσμο γενικότερα. Παρ’ όλα αυτά, μέσα από συζητήσεις που έχουν γίνει με αφορμή την ανάγνωση ή την παρουσίαση του βιβλίου, ένα ζήτημα επανέρχεται τακτικά: το ζήτημα της ανθρωπολογικής ανάλυσης, η οποία συνοδεύει τη γενικότερη πολιτική και κοινωνική ανάλυση των δύο συγγραφέων και η οποία δηλώνεται ήδη από τον τίτλο του βιβλίου. Είναι ίσως το πιο καινοτόμο στοιχείο της προσέγγισής τους, το οποίο γίνεται και πιο δύσκολα κατανοητό στο αναγνωστικό κοινό. Θα παρουσιάσουμε, κατά συνέπεια, με συντομία ορισμένα ζητήματα που άπτονται της ιδέας της αποανάπτυξης και της τοπικοποίησης, ώστε να δείξουμε στην πράξη και με συγκεκριμένα παραδείγματα τη σημασία του «ανθρωπολογικού» παράγοντα, σε μια προσπάθεια πρώτης εξοικείωσης του αναγνώστη και της αναγνώστριας με την προσέγγιση των συγγραφέων.
Ανάπτυξη με ποιο κόστος;
Το χωρίο που τοποθετήσαμε στην προμετωπίδα του κειμένου (που αναφέρεται στις αφρικανικές και «τροπικές χώρες» και προέρχεται από το άρθρο ενός φιλοαποικιοκράτη σχολιαστή της δεκαετίας του '40[*]) περιγράφει με ωραίο και περιεκτικό τρόπο την ελληνική κατάσταση: Αν θέλετε ανάπτυξη κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον, πρέπει η κοινωνία να γονατίσει. Δεν πρόκειται εδώ για υπερβολή, ούτε για ένα απλό σχήμα λόγου που θα περιέγραφε απλώς τις καταστροφικές συνέπειες της εφαρμογής πολιτικών τύπου ΔΝΤ ή «Τρόικας». Πρόκειται για μια διατύπωση που πρέπει να εννοήσουμε αυστηρά κυριολεκτικά: Πρέπει να αντιληφθούμε ότι η «ανάπτυξη» απαιτεί μια ολόκληρη μεταβολή του τύπου ανθρώπου των «ιθαγενών», προκειμένου να τους κάνει συμβατούς με το είδος της οικονομίας που επιφέρει αυτή την «ανάπτυξη». Και δεν μιλάμε εδώ μόνο για τα πλείστα όσα έχουν συχνά υποστεί οι κάτοικοι «υποανάπτυκτων» περιοχών του πλανήτη, τις οποίες προσπάθησαν οι δεσπότες τους να εκβιομηχανίσουν και να «εκσυγχρονίσουν». Μιλάμε και για καταστάσεις πιο κοντινές σ’ εμάς, που γεννιούνται από την πλήρη κατίσχυση του μοντέλου της κοινωνίας της κατανάλωσης, ακόμα και εκτός της κυρίως Δύσης**.
Στην περίπτωση της Ελλάδας (όπως και των υπόλοιπων μη δυτικών ή ημιδυτικών χωρών), αλληλοδιαπλέκονται δύο ζητήματα: το πρόβλημα της σχέσης μας με τη Δύση κι αυτό του επιθυμητού οικονομικού μοντέλου (η περίφημη ρητορική της «ανάπτυξης»). Ζητήματα αλληλοδιαπλεκόμενα, καθώς είναι ακριβώς η Δύση αυτή που δημιουργεί την «ανάπτυξη», τόσο ως ιδεολογία και φαντασιακό όσο κι ως απτή, υλική πραγματικότητα, μέσω της ιστορικά πρωτόγνωρης ανόδου του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού που επιτυγχάνει (ενάντια στις δυσοίωνες προφητείες του Μαρξ) ο καπιταλισμός.
Ποια «Δύση» και ποια «παράδοση»;
Θα πρέπει να είναι σαφές πως κάθε φορά που μιλάμε περί «Δύσης» αλλά και -πολύ συχνά- την επικαλούμαστε ως μοντέλο προς μίμηση, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τις τεράστιες αλλαγές που έχουν συντελεστεί τις τελευταίες δεκαετίες σε αυτό το κομμάτι του κόσμου. Η Δύση δεν είναι πλέον αυτό που ήταν μέχρι πριν από 30 ή 50 χρόνια. Δηλαδή, μια κοινωνία που γεννούσε ακόμη δημοκρατικά κινήματα και προτάγματα χειραφέτησης και αμφισβήτησης, τόσο στο πολιτικό όσο και στο πολιτιστικό επίπεδο. Δυόμισι αιώνες βιομηχανικής καπιταλιστικής ανάπτυξης έχουν καταφέρει να διαβρώσουν τους κοινωνικούς δεσμούς σε τέτοιο βαθμό, ώστε θα μπορούσαμε χωρίς φόβο υπερβολής να πούμε πως μέσα στις πιο αναπτυγμένες περιοχές του πλανήτη (τα μεγάλα δυτικά αστικά κέντρα, π.χ.) η κοινωνία ως κοινωνία δεν υπάρχει πια: Το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων έχει αντικατασταθεί από γραφειοκρατικούς θεσμούς, οι οποίοι, με τη βοήθεια της οικονομίας και της τεχνολογίας, οργανώνουν πλέον κάθε πτυχή της ζωής των ατόμων για χάρη τους αλλά και στη θέση τους. Κάθε ίχνος πρωταρχικής κοινωνικότητας και κοινωνικού αυθορμητισμού δείχνουν να χάνονται, κάθε ψήγμα αυτενέργειας από την πλευρά των ατόμων και των κοινωνικών ομάδων εξαντλείται. Δεν μιλάμε πλέον στον διπλανό μας και περιμένουμε τη λύση σε κάθε μας πρόβλημα από τις διάφορες υπηρεσίες του κράτους, από τις «υπηρεσίες» της κοινωνίας της κατανάλωσης και από τα διάφορα βλακώδη gadgets που αυτή μάς προσφέρει αφειδώς.
Αντίθετα, μέσα σελιγότερο «αναπτυγμένες» και «εξορθολογισμένες» κοινωνίες, όπως π.χ. η Ελλάδα, επιβιώνει ακόμη σημαντικό ποσοστό αυτής της πρωταρχικής κοινωνικότητας, πράγμα που κάνει τη ζωή περισσότερο υποφερτή, ακόμα και υπό συνθήκες «κρίσης». Το μεγάλο στοίχημα είναι να υπερβούμε τις πατριαρχικές και αντιδραστικές κατευθύνσεις εντός των οποίων εγγράφεται συχνότερα αυτή η κοινωνικότητα (πελατειακές σχέσεις, πίεση του περίγυρου στην προσωπική ζωή των ατόμων κ.λπ.) προκειμένου να τη χρησιμοποιήσουμε ως έρεισμα ενός προτάγματος οικολογικής αλλαγής. Η ανθρωπολογική οπισθοδρόμηση των «αναπτυγμένων» κοινωνιών
Ταυτόχρονα -κι αυτό είναι κάτι που πάντοτε θα πρέπει να θυμίζουμε στους διάφορους φιλελεύθερους «εκσυγχρονιστές»-, ακόμα και από τη σκοπιά μιας πιο συντηρητικής προσέγγισης να δούμε το πράγμα, πάλι οφείλουμε να αναθεωρήσουμε τις απόψεις μας. Με άλλα λόγια, δύσκολα μπορεί πλέον η Δύση να χρησιμεύσει ως πρότυπο «αστικής ολοκλήρωσης» και «εκσυγχρονισμού» των περιφερειακών χωρών, εφόσον η κοινωνική αποσύνθεση που τη χαρακτηρίζει έχει φέρει στο προσκήνιο τα ήθη της κοινωνίας της κατανάλωσης, που διαφέρουν παρασάγ- γας από την κλασική αστική και καπιταλιστική λογική. Σήμερα, αυτό που κυριαρχεί είναι η λογική του εύκολου χρήματος, το μα- φιόζικο πρότυπο διαχείρισης των κοινωνικών υποθέσεων και η γενίκευση της διαφθοράς. Όπως φαίνεται, ο καπιταλισμός τρώει τις ίδιες του τις σάρκες: Πάσχει από μια ανυπέρβλητη ανθρωπολογική αντίφαση, η οποία τον αναγκάζει να υποσκάπτει τα θεμέλια του ίδιου του του οικοδομήματος. Η λύσσα για κέρδος και ανάπτυξη οδηγεί στην καταστροφή κάθε άλλης αξίας, θεσμού και κοινωνικής πρακτικής που περιόριζε, αρχικά, αυτές τις κτητικές ορμές, με αποτέλεσμα σήμερα η λογική του εύκολου χρήματος και της πλουτοθηρίας να διαπερνούν ακόμα και τις φτωχότερες κοινωνικές τάξεις.
Είναι προφανές, όμως, πως μια τέτοια κοινωνία δεν γίνεται πλέον να θεωρείται ανεξέταστα πρότυπο για εμάς, ακόμα κι αν βλέπουμε τα πράγματα βάσει του σχήματος «εξορθολογισμένη» Δύση - υποανάπτυκτη περιφέρεια. Και είναι εξίσου σαφές ότι δεν γίνεται να υπάρξει καμία αλλαγή προς την κατεύθυνση μιας οικολογικής και τοπικοποιημένης κοινωνίας, μιας κοινωνίας δηλαδή «μικρής κλίμακας», όπου θα παίζει βασικό ρόλο η καθημερινή συνεργασία των ατόμων στη διευθέτηση των καθημερινών ζητημάτων, χωρίς όλον αυτό τον ανθρωπολογικό πλούτο που έχει χαθεί -ίσως κι ανεπιστρεπτί- μέσα στη Δύση. Χωρίς μια τέτοια στοιχειώδη κοινωνικότητα αλλά και ικανότητα συλλογικής αυτενέργειας δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για δημοκρατία.
Το πολιτικό και το πολιτιστικό
Με αυτή την τάση συνδέεται ακόμα ένα ουσιώδες και βασικό ζήτημα: Η σύζευξη του πολιτικού-πολιτιστικού, δηλαδή η προσπάθεια να επεκτείνουμε την πολιτική μας κριτική σε σφαίρες της καθημερινής ζωής ή της κουλτούρας, δίχως, παρ’ όλα αυτά, να πάμε στο άλλο άκρο και να εκπέσουμε σε μια πολιτική-του- τρόπου-ζωής, σύμφωνα με την οποία θα αρκούσε μια απλή αλλαγή των καθημερινών μας συνηθειών για να λυθούν τα προβλήματα του μάταιου τούτου κόσμου.
Διότι, φυσικά, όσο κι αν δεν το αντιλαμβάνονται οι διάφοροι «καθωσπρέπει» οικολόγοι, αυτός ο πολιτιστικός «ρεφορμισμός» βρίσκεται πίσω και από τα πιο αντιδημοκρατικά οικολογικά ρεύματα. Κοινή συνισταμένη κάθε αντιδραστικής απόχρωσης οικολογίας είναι η εξής ιδέα: Το πρόβλημα είναι τόσο βαθύ, που δεν αρκεί μια πολιτική, κοινωνική και οικονομική αλλαγή· αυτό που χρειάζεται είναι μια βαθιά αλλαγή «παραδείγματος», μια βαθιά αλλαγή του ίδιου του ανθρώπινου όντος, η οποία μπορεί να είναι καρπός μόνο μιας νέας «πνευματικής» ή θρησκευτικής αφύπνισης. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η περίφημη Βαθιά Οικολογία (Deep Ecology) ή διάφορες απόπειρες σύστασης μιας χριστιανικής οικολογίας (τόσο Καθολικής όσο και Ορθόδοξης), για να μη μιλήσουμε καν για καθαρά οικοφασιστικού τύπου νεομυ- στικιστικές λατρείες της «Φύσης».
Είναι όμως προφανές ότι, αν και τα αντιδραστικά αυτά ρεύματα είναι ευαίσθητα στο ανθρωπολογικό πρόβλημα (όπως συνέβαινε, άλλωστε, πάντοτε με τον συντηρητισμό, σε αντίθεση με τον «αφελή» και «αισιόδοξο» φιλελευθερισμό), αδυνατούννα καταλάβουν ότι το ανθρωπολογικό δεν είναι ανεξάρτητο από το πολιτικό, το κοινωνικό ή το οικονομικό. Ανάμεσα στην «αντικειμενική πραγματικότητα», από τη μια μεριά (κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, θεσμοί κ.λπ.), και το «πνεύμα» ή την «κουλτούρα», από την άλλη, υπάρχει σχέση αμοιβαίας εξάρτησης κι επιρροής: Οι πρώτες συνιστούν ενσάρκωση μιας κουλτούρας ή ενός φαντασιακού (ή και περισσότερων, φυσικά) και με τη σειρά τους αναπαράγουν αλλά και διαμορφώνουν την ενλόγω κουλτούρα και το φαντασιακό. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπάρχει αλλαγή του τόπου ανθρώπου που παράγει μια κοινωνία δίχως αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών εντός των οποίων διαμορφώνεται και αναπαράγεται αυτός ο ανθρωπολογικός τόπος. Αλλά και αντιστρόφως (πράγμα που πρέπει να υπενθυμίζουμε στους μαρξιστές): Δεν υπάρχει αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών δίχως αλλαγή τηςκουλτούρας αλλά και του τύπου ανθρώπου μιας κοινωνίας.
Αποανάπτυξη, τοπικοποίηση και άμεση δημοκρατία
Πρέπει, λοιπόν, να τονίζουμε πάντοτε ότι, για εμάς, ο αγώνας στο πολιτικό κομμάτι αλλά και στη σφαίρα της κουλτούρας (φαντα- σιακό και αξίες της κοινωνίας, ήθη, τύποι ανθρώπου) συνιστά μία και ενιαία προσέγγιση. Αυτό για το οποίο εμείς μαχόμαστε είναι μια δημοκρατική αποανάπτυξη: Αν η αποανάπτυξη συνιστά κομμάτι θεμελιακό και κύριο της πολιτικής μας στράτευσης, αυτό δεν γίνεται πάνω στη βάση επιχειρημάτων υπεράσπισης κάποιου ειδυλλιακού χαμένου παρελθόντος· γίνεται, αντίθετα, πάνω στη βάση της αναγνώρισης της ισότητας ως κεντρικής και βασικής μας αξίας. Ισότητας ανάμεσα στους ανθρώπους αλλά και «ισότητας» ανάμεσα στον άνθρωπο και το φυσικό του περιβάλλον, ανάμεσα, δηλαδή, στην κοινωνία και τη φύση. Για εμάς, η αποανάπτυξη και το πρόταγμα μιας οικολογικής και τοποικο- ποιημένης κοινωνίας εγγράφονται σε ένα ευρύτερο πρόταγμα κατάργησης της κυριαρχίας ανθρώπου από άνθρωπο. Αυτή είναι η βαθύτερη αλήθεια της δημοκρατίας και της ανθρώπινης χειραφέτησης: η κατάργηση των κοινωνικών σχέσεων κυριαρχίας και επιβολής και η αντικατάστασή τους από μια αντίληψη της συλλογικής ζωής που θέλει τις κοινωνικές σχέσεις οργανωμένες πάνω στη βάση της ισότητας, δίχως ιεραρχία και εκμετάλλευση. Διότι το φαντασιακό της κυριαρχίας, υπό την ειδικότερη μορφή που πήρε μέσα στη νεωτερική Δύση, είναι ενιαίο, είτε πρόκειται για τον άνθρωπο είτε για τη φύση: Εκφράζει την ίδια ορμή κυριάρχησης και εκμετάλλευσης, είτε πρόκειται για τον πλανήτη και τους φυσικούς του πόρους είτε για την εκάστοτε «κατώτερη» κοινωνική ομάδα, τάξη ή έθνος.
Αν, όμως, αυτές οι αλλαγές απαιτούν όχι μόνο θεμελιακές μετατροπές στο επίπεδο των θεσμών κάθε είδους αλλά κι έναν βαθύ μετασχηματισμό του υπάρχοντος τύπου ανθρώπου, είναι στο πλαίσιο της προσπάθειας διαμόρφωσης ενός τέτοιου δημοκρατικού ανθρωπολογικού τύπου που μπαίνει το ζήτημα της αποανάπτυξης και της τοπικοποίησης. Οι αρχές της αποανά- πτυξης-τοπικοποίησης, η βαθύτερη φιλοσοφία τους, είναι βαθιά δημοκρατικές: Μας μαθαίνουν τον αυτοπεριορισμό, την ικανότητα να ερχόμαστε σε συζήτηση με τις βαθύτερες ορμές μας και να επιβάλλουμε σε αυτές όρια όπου κρίνουμε πως χρειάζεται (κι όχι όπου υποτίθεται πως μας το προστάζει ο Θεός, κάποια μυθοποιημένη «Φύση» και άλλες τέτοιες ετερόνομες φαντασιώσεις) ή την υπευθυνότητα και την υπέρβαση του παιδικού ναρκισσισμού, τη συνεργασία με τους γύρω μας και το ξεπέρασμα της ιδιώτευσης και του βλακώδους κλεισίματος στον στενό «προσωπικό» κύκλο, που τόσο πολύ εκτρέφουν οι σημερινές καταναλωτικές και εξόχως ολιγαρχικές κοινωνίες.
[*] M. Gourou, Les pays tropicaux. Principes d’une géographie humaine et économique [Οι τροπικές χώρες. Βασικές αρχές μιας ανθρώπινης και οικονομικής γεωγραφίας], Παρίσι 1947. ** Όπως, για παράδειγμα, γράφει ο Δήμαρχοςτων Οινουσσών, σε μια προκήρυξη προς τους δημότες του: «Οι εντυπώσεις που θα αφήσει στους επισκέπτες ο καθένας από τους κατοίκους μας θα καθορίσουν και αυτές την ανάπτυξη και το μέλλον των σημερινών νέων και των μελλοντικών γενεών της Εγνούσσας. Πρέπει να κάνουμε το νησί μας ελκυστικό και ως άνθρωποι. Δηλαδή, να μην επαφιέμεθαμόνο στα φυσικά κάλλη του» («Κρουαζιερόπλοιο Europa 2 - Κρουαζιέρα στην Εγνούσσα», όπωςτο αναδημοσιεύει ο μπλόγκερΠιτσιρίκος, στη σελίδα http://pitsirikos.net/wp- content/uploads/2013/10/oinousses1.jpg). Δηλαδή: Αν θέλετε ανάπτυξη, αλλάξτε τις καθημερινές σας συνήθειες, προκειμένου να αρέσετε στους τουρίστες, ώστε, εν συνεχεία, αυτοί να ζητήσουν από την εταιρεία κρουαζιέρων να μονιμοποιήσει τις Οινούσσες ως στάση στις διαδρομές των πλοίων της.
Ο ανθρωπολογικός τύπος της αποανάπτυξης - τοπικοποίησης
ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΝ
Γιώργος Κολέμπας - Γιάννης Μπίλλας Ο ανθρωπολογικός τύπος της αποανάπτυξης - τοπικοποίησης Σειρά: Animal Politicum 6 Σχήμα: 12,5Χ19,5Σελίδες: 104 Τιμή στα βιβλιοπωλεία: 5 ευρώ
Ο καπιταλισμός, πριν φανερώσει τα αδιέξοδά του, κατέστρεψε τον ψυχισμό των ανθρώπων, διαμόρφωσε έναν ανθρωπολογικό τύπο μοναχικό, νευρωτικό, αγχώδη, φοβικό και φοβισμένο, ανταγωνιστικό, επιθετικό, ενεργοβόρο, καριερίστα και αμοραλιστή, κάτοικο του «εγώ» και όχι του «εμείς». Ακόμα και σήμερα ο άνθρωπος αυτός διατηρεί την ψευδαίσθηση της ατομικής διαφυγής. Ο ανθρωπολογικός τύπος της ιδιώτευσης, της απάθειας, της συναλλαγής και της αλλοτρίωσης είναι μέρος του προβλήματος που έχουμε να επιλύσουμε. Είναι ανάγκη να υιοθετήσουμε άλλα νοήματα, άλλες σημασίες και άλλα προτάγματα στη ζωή μας, με τα οποία θα αξίζει να ζει κανείς σήμερα και όχι να περιμένει την έφοδο στα «χειμερινά ανάκτορα». Διότι ο άνθρωπος, εκτός από κοινωνική κατασκευή, είναι ταυτόχρονα και δημιουργός της ζωής του. Ο ετερόνομος άνθρωπος που, ως καταναλωτής, υπακούει και εκτελεί νόμους, εντολές και αφηγήσεις άλλων, χωρίς να συμμετέχει ο ίδιος στη λήψη των αποφάσεων, είναι απαραίτητο να αντικατασταθεί από τον αυτόνομο τύπο ανθρώπου, εκείνου που αυτοθεσμίζεται, που διαμορφώνει, δηλαδή, ο ίδιος τους θεσμούς και τους αναιρεί, αν χρειαστεί. Το δικαίωμα του «συνανήκειν» είναι σύμφυτο με το δικαίωμα του «συναποφασίζειν» και είναι ίσως ο μόνος τρόπος προαγωγής της αίσθησης της κοινότητας, και αυτό γιατί ο άνθρωπος πρέπει να επιστρέψει στην κοινότητα των άλλων ανθρώπων ένα μέρος της ύπαρξής του που της το οφείλει. Έτσι, καλλιεργείται και η ξεχασμένη στις μέρες μας αίσθηση της ατομικής ευθύνης απέναντι στην κοινωνία. Η δημιουργία του νέου αυτού ανθρωπολογικού τύπου αποκτά στις μέρες μας τη διαδικασία του κατεπείγοντος, εφόσον μια αυτόνομη, δημοκρατική και οικολογική κοινωνία δεν μπορεί να απαρτίζεται, ούτε φυσικά και να δημιουργηθεί, από τον τύπο του ανθρώπου που δημιουργεί η καταναλωτική κοινωνία.
Ο Γιώργος Κολέμπας εργάστηκε ως μαθηματικός στη Μέση Εκπαίδευση και τώρα ασχολείται με την οικο-γεωργία. Έχει γράψει τα βιβλία Τοπικοποίηση: Από το παγκόσμιο... στο τοπικό (Αντιγόνη, 2009) και μαζί με τον Βασίλη Γιόκαρη το Κοινωνικοποίηση: H διέξοδος από τις συμπληγάδες του κρατισμού και της ιδιωτικοποίησης (Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2012). Διαχειρίζεται το μπλογκ http://topikopoiisi.blogspot.gr
Ο Γιάννης Μπίλλας είναι εκπαιδευτικός-βιοκαλλιεργητής και ζει στα Τρίκαλα Θεσσαλίας. Εργάζεται για την αποανάπτυξη και την άμεση δημοκρατία συμμετέχοντας στο http:apokoinou.com
Παγκόσμια σεισάχθεια με αποανάπτυξη! Των Γ.Κολέμπα & Γ.Μπίλλα
Οι σημερινοί μας πολιτικοί «ηγέτες» και τα κόμματα εξουσίας κάνουν πως δε βλέπουν ότι η ελληνική κρίση είναι η «εξτρέμ» έκφραση της παγκόσμιας κρίσης, στην οποία βρίσκεται το καπιταλιστικό σύστημα υπό την ηγεσία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.
Η σχέση πραγματικών αξιών (πρώτες ύλες, πηγές ενέργειας, καταναλωτικά προϊόντα, υπηρεσίες κ.λπ.) προς χρηματικές αξίες(διάφορες μορφές χρήματος-χάρτινες ή ηλεκτρονικές- που κυκλοφορούν από τους κατέχοντες) είναι 1: 10 (πολλές εκτιμήσεις την ανεβάζουν στο 1: 15 ή 1:17).
Υπάρχει δηλαδή μια χρηματοπιστωτική φούσκα διογκωμένη τουλάχιστον κατά 10 φορές. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να έχουν αυξηθεί υπέρμετρα οι σημερινές χρηματικές περιουσίες της ελίτ, που αποτελεί το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Αυτή η ελίτ διακινώντας και δανείζοντας αυτόν τον τεράστιο χρηματικό όγκο μπορεί και ελέγχει την «ευημερία» του υπόλοιπου 99%. Αυτό είναι δυνατόν, γιατί έχει καταφέρει να εξαρτήσει από αυτό το χρήμα, την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού.
Τα χρηματοοικονομικά χρέη
Η οικονομική κρίση, όπως φαίνεται να εκφράζεται σήμερα, οφείλεται στο γεγονός ότι η καπιταλιστική οικονομία κινείται πλέον με βάση το χρέος[1]. Πραγματικά, η μεγάλη αύξηση της παγκόσμιας κατανάλωσης τα τελευταία 15-20 χρόνια(βασικά μεταξύ 1990-2007) πυροδοτήθηκε και στηρίχθηκε από την μαζική χορήγηση δανείων από τις τράπεζες. Είχαμε παντού αυξανόμενα επίπεδα χρέους. Των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων, των κυβερνήσεων.
Με τη μορφή καταναλωτικών χρεών, χρηματοπιστωτικών επενδύσεων, δημοσίων χρεών, εξωτερικών χρεών σε κάθε χώρα. Χρησιμοποιήθηκαν σαν μηχανισμός, ώστε η κατανάλωση να γίνει ο βασικός μοχλός της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
(«Δεν έχεις τα λεφτά για μεγαλύτερο και καινούργιο αυτοκίνητο; Πάρε το με χρηματοδότηση από την τράπεζά σου». «Δεν έχεις όλα τα λεφτά για ιδιόκτητο και μεγάλο σπίτι; Πάρε στεγαστικό δάνειο». Στην κουλτούρα του «δανείσου και ξόδευε» είναι πιο ευάλωτα τα κοινωνικά στρώματα χαμηλού εισοδήματος και η μεσαία τάξη).
Βέβαια δεν ήταν όλες οι οικονομίες το ίδιο επιρρεπείς στη δυναμική αυτή των χρεών. Στις λεγόμενες «αναδυόμενες» οικονομίες(π.χ. Κίνα, Ινδία) μάλιστα είχαμε αποταμιεύσεις από το 2001 μέχρι 2008. Το ίδιο διάστημα στις «προηγμένες» οικονομίες είχαμε βασικά δύο διαφορετικές συμπεριφορές σε σχέση με τα χρέη.
Στις «φιλελεύθερες οικονομίες της αγοράς»(π.χ. ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Καναδάς, Αυστραλία κ.λπ.) είχαμε ενθάρρυνση για υψηλότερα επίπεδα καταναλωτικού χρέους, από ότι στις λεγόμενες «συντονισμένες οικονομίες της αγοράς»(π.χ. Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία, Σκανδιναβία κ.λπ.).
Με την εμφάνιση της παρούσας κρίσης, που την παρουσιάζουν σαν κρίση βασικά «δημοσιονομικών χρεών», κατάρρευσε η εμπιστοσύνη των «αγορών» προς τους δημόσιους τομείς της οικονομίας κάποιων χωρών-κύρια των νοτίων χωρών της ευρωζώνης.
Για να ξεπερασθεί η κρίση, παρόλο που και στα δύο είδη καπιταλισμού συμφωνούν ότι θα πρέπει να επιδιώκεται η «ανάπτυξη», διαφέρουν στον τρόπο και στη σειρά των επι μέρους στόχων:
1)Οι μεν στηρίζουν την ανάπτυξη στη μεγέθυνση της κατανάλωσης. Να πέσει καινούργιο χρήμα στις επιχειρήσεις-νοικοκυριά, να αυξηθεί η αγοραστική δύναμη των πολλών για αγορά των παραγόμενων προϊόντων των επιχειρήσεων, ώστε αυτές αποκομίζοντας κέρδη να επενδύσουν εκ νέου στην παραγωγή δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας αυξάνοντας τα ΑΕΠ σε κάθε χώρα( βλέπε Σοσιαλδημοκρατία-Ομπάμα).
2)Οι δε επιδιώκουν τη λιτότητα καταρχήν, στη συνέχεια την αποταμίευση ώστε να είναι δυνατές οι παραγωγικές επενδύσεις και η αύξηση των θέσεων εργασίας για τον τελικό ίδιο στόχο της αύξησης των ρυθμών ανάπτυξης(βλέπε Χριστιανοδημοκρατία-Μέρκελ).
Και οι δύο πολιτικές αυτές γραμμές συμπίπτουν στον τελικό στόχο: μια από τα ίδια «ανάπτυξη», ώστε να επιστρέψουν οι οικονομίες σε ρυθμούς μεγέθυνσης του παγκόσμιου ΑΕΠ της τάξης 2-3% ετησίως, που επιτυγχανόταν στην προ της κρίσης χρονική περίοδο.
Και στις δύο περιπτώσεις οι κυβερνήσεις τείνουν να δανείζονται χρήματα για να τονώσουν την «ανάκαμψη»(χρειάσθηκαν τεράστια χρηματικά ποσά π.χ. στο τέλος του 2008 και αρχές 2009, ώστε να «σταθεροποιηθεί» το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, και αυτά εξασφαλίσθηκαν από αυξημένο δημόσιο δανεισμό σε όλες τις πληγείσες από την κρίση χώρες: υπολογίζεται πάνω από 7-8 τρισεκατομμύρια δολάρια το καινούργιο χρέος).
Αν τα καινούργια χρέη προστεθούν στα παλιά έχουμε ένα τέτοιο όγκο χρεών, που θα πρέπει να αναρωτηθούμε επειγόντως σαν ανθρωπότητα, αν όλο αυτό το χρέος είναι «βιώσιμο». Αν οι μελλοντικές γενιές μας θα είναι σε θέση να το αποπληρώσουν κάποτε.
Πραγματικά ο μηχανισμός του χρέους χρησιμοποιείται έτσι ώστε συνεχώς να αυξάνονται τα χρέη, η εξάρτηση και η εξαθλίωση, παρόλο που τις περισσότερες φορές αποπληρώνεται σημαντικό ποσοστό τους.
Παράδειγμα: στις αρχές του 1980 το χρέος που είχαν 109 «πιστολήπτριες» χώρες ήταν 430 δισ. δολάρια. Μέχρι το 1986 είχαν πληρώσει σε τόκους 336 δισ. δολάρια, αλλά χρωστούσανε ακόμα 880 δις δολάρια. Σε μια εξαετία χρωστούσαν ποσό υπερδιπλάσιο από το αρχικό, ενώ ήδη είχαν πληρώσει σε τόκους τα 4/5 των αρχικών δανείων!
Η αποπληρωμή όλων αυτών των χρεών στους δανειστές θα απαιτήσει τέτοια ανάπτυξη-μεγέθυνση-επέκταση της υπερχρήσης των φυσικών πόρων για υπερπαραγωγή-υπερκατανάλωση-υπερκέρδη, που αυτό θα οδηγήσει σε κατάρρευση του ολικού πλανητικού οικοσυστήματος-σε πτώχευση της «Α.Ε. Γης».
Το οικολογικό χρέος, οικολογικό-κοινωνικό αποτύπωμα
Προς το παρόν οι «παγκόσμιοι παίκτες» στο παγκόσμιο καπιταλιστικό «καζίνο»-η παγκόσμια χρηματοοικονομική ελίτ- που είναι και οι δανειστές σήμερα, χρησιμοποιούν τον μηχανισμό του χρέους για την επίτευξη πειθαρχίας όσον αφορά στο στόχο της «ανάπτυξης» και της μεγέθυνσης των πραγματικών οικονομικών δραστηριοτήτων. Ώστε αυτές να επιφέρουν κέρδη στους επιχειρηματίες της πραγματικής οικονομίας, για να πληρωθούν τα χρέη τους προς τη χρηματική -ηγεμονική σήμερα-οικονομία.
Όμως αυτή η μεγέθυνση απαιτεί αυξημένη παραγωγή, αυξημένη χρήση υλικών και ενέργειας και η αυξημένη κατανάλωση όλων αυτών των υλικών αγαθών, ενώ παράλληλα απαιτεί και αυξημένη εκμετάλλευση του εξίσου σημαντικού πόρου, της ανθρώπινης εργασίας, με μειωμένες αποδοχές . Επίσης έχουν αυξημένη παραγωγή αποβλήτων, όσο και να αυξάνεται ο βαθμός απόδοσης της χρησιμοποιημένης τεχνολογίας.
Το τελικό αποτέλεσμα των αυξημένων οικονομικών δραστηριοτήτων του οποιασδήποτε μορφής κεφαλαίου είναι η κατάρρευση των αποθεμάτων των φυσικών πόρων του πλανήτη και του περιβάλλοντος καθώς και της αναπαραγωγής της ανθρώπινης εργατικής δύναμης. Υπάρχει ήδη η συνειδητοποίηση των αγορών ότι έχουν πλέον μεγάλο πρόβλημα στον εφοδιασμό. Περιβαλλοντικοί παράγοντες, ελλείψεις πόρων, η οικονομική διεύρυνση στην Ν.Α. Ασία(αναδυόμενες χώρες) κ.λπ., μειώνουν τη διάρκεια ζωής των πεπερασμένων αποθεμάτων που έχουν απομείνει.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ της εξασφάλισης τροφής και της εξασφάλισης της μετακίνησης(τρόφιμα ή βιοκαύσιμα) συμβάλει π.χ. στην αύξηση των τιμών των τροφίμων.
Η αύξηση των εκπομπών του άνθρακα και η συνακόλουθη κλιματική αλλαγή, η μείωση της βιοποικιλότητας, η αποψίλωση και οι πυρκαγιές των δασών, η μείωση των ιχθυαλιευμάτων, η έλλειψη νερού, η υποβάθμιση των καλλιεργούμενων εδαφών συμβάλλουν στην μείωση της αποδοτικότητας και των οικονομικών δραστηριοτήτων των οικονομικά δρώντων ανθρώπων και διογκώνουν το πρόβλημα της ικανοποίησης των βιοτικών αναγκών τους-ιδίως των πραγματικά εργαζομένων με χαμηλούς μισθούς.
Οι υλικές και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της μέχρι τώρα «ανάπτυξης» είναι εξίσου υπεύθυνες για τη κρίση, όσο και οι επιπτώσεις της δράσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Μέχρι το 1960 καταναλώναμε το 70% των πόρων του πλανήτη, το 1980 το 100%, το 1999 φθάσαμε στο 120%, το 2008 στο 130% και με τους ρυθμούς που είχαμε μέχρι το 2008- λόγω κρίσης έχουμε κάποια μείωση στο μεταξύ- η πρόβλεψη ήταν ότι το 2030 θα φτάσουμε στο 200%(θα χρειαζόμαστε δηλαδή δύο πλανήτες σαν τη Γη).
Η συνεχής αύξηση της κατανάλωσης των φυσικών πόρων και η αντίστοιχη αύξηση των αποβλήτων μας οδήγησε σήμερα ήδη να ζούμε σε βάρος του μέλλοντος και των επόμενων γενεών. Δημιουργούμε εκτός των οικονομικών χρεών και συνεχώς αυξανόμενα οικολογικά χρέη. Κυρίως θα συμβεί αυτό γιατί υπάρχουν τα πλανητικά όρια σε πόρους, υλικά και ενέργεια, καθώς και τα όρια στην ενσωμάτωση των τεράστιων απόβλητων των οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως επίσης οι κλιματικές αλλαγές και οι συνακόλουθες καταστροφές.
Η ανικανότητά μας να ρυθμίσουμε τις χρηματοοικονομικές αγορές-που αυξάνουν το κοινωνικό τους αποτύπωμα με την έννοια ότι αυξάνουν την κοινωνική εκμετάλλευση- συνδυάζεται με την ανικανότητά μας να προστατέψουμε τους φυσικούς πόρους και να περιορίσουμε τις οικολογικές καταστροφές-αύξηση συνεχής του οικολογικού αποτυπώματος.
Τα χρέη που αφήνουμε στα παιδιά μας και τις μελλούμενες γενιές δεν θα είναι μόνο οικονομικά-θα πρέπει να πληρώσουν τους πιστωτές μας-θα είναι και οικολογικά, προς τον πλανήτη και τα οικοσυστήματα-που θα πρέπει να αποκαταστήσουν, αν θέλουν φυσικά να επιβιώσουν στο μέλλον.
Θα καλούνται να τα πληρώσουν, με την έννοια ότι θα πρέπει να λάβουν μέτρα για την ανανέωση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και πόρων και την αύξηση των δυνατοτήτων των οικοσυστημάτων για απορρόφηση των απόβλητων π.χ. επιστροφή εκτάσεων στην άγρια φύση, «ανάπαυση» εδαφών, επιστροφή στην αγροτο-οικογεωργία για απορρόφηση της περίσσειας του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, μέσω της βιομάζας και επιστροφή στον εδαφολογικό άνθρακα.
Προς το παρόν και τα οικολογικά μας χρέη είναι το ίδιο «επισφαλή»,όσο και τα χρηματοοικονομικά. Κανένα από τα δύο χρέη δεν αντιμετωπίζεται , όσο επιμένουμε στη κατεύθυνση της καταναλωτικής ανάπτυξης. Η με αυτόν τον τρόπο επιδιωκόμενη –έστω και βραχυπρόθεσμα-επάνοδο στην «ευημερία», δεν πρόκειται να έρθει και να είναι βιώσιμη. Είμαστε καταδικασμένοι σε αποτυχία, αν επιμένουμε στη ποσοτική μεγέθυνση των ΑΕΠ και των κάθε είδους οικονομικών δραστηριοτήτων και κατανάλωσης, που μπορεί να υπονομεύουν τη μελλοντική μας ύπαρξη.
Γιατί η κακώς εννοούμενη σημερινή ευημερία, μπορεί να υπονομεύει πραγματικά τις συνθήκες στις οποίες μπορεί να βασισθεί η αυριανή μας ευζωία. Η παρούσα κατάρρευση, που βιώνουμε και σαν ελληνική κοινωνία, είναι ένα μήνυμα ότι το «αύριο είναι ήδη εδώ», αν δεν αλλάξουμε ρότα.
Το αδιέξοδο του Ελληνικού Καπιταλισμού:
Είχαμε το 11ο μεγαλύτερο κατά κεφαλήν οικολογικό αποτύπωμα στον κόσμο, 4ο μεγαλύτερο στην ΕΕ. Καταναλώναμε 181% πάνω από το όριο βιωσιμότητας. Είχαμε π.χ. το 2ο μεγαλύτερο κατά κεφαλήν αποτύπωμα κατανάλωσης νερού στον κόσμο. Αυτό οφείλεται βασικά στο μεγάλο «ενεργειακό μας αποτύπωμα», δηλαδή στις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες μας σε ενέργεια (ετήσια αύξηση 2,4% μεταξύ 1990-2004 – πολύ υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο), και στο πολύ μεγάλο «υδατικό μας αποτύπωμα», το οποίο οφείλεται στην αυξημένη χρήση νερού για τη γεωργία (87%), στις απώλειες που παρουσιάζει το απαρχαιωμένο αρδευτικό και υδρευτικό δίκτυο της χώρας, αλλά και στη συνολική κακοδιαχείριση των υδάτινων πόρων
Ο «εκσυγχρονισμός»: με μεγάλο οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος στηρίχθηκε σε δάνεια κύρια από το εξωτερικό(Ολυμπιακοί 2004). Η είσοδος στο ευρώ αύξησε τη πιστωτική ικανότητα, τις εισαγωγές, την οικοδομή κ.λπ.
Ο αδύνατος κρίκος: γιατί οι κινητήρες του όπως η οικοδομή, ο μαζικός τουρισμός και οι τραπεζικές υπηρεσίες έχουν καταρρεύσει. Η εμπορική ναυτιλία(τα κινούμενα φουγάρα) που έχει διατηρηθεί δεν προσφέρει τίποτα στο κράτος, αφού κινείται κοσμοπολίτικα.
«Μνημόνια σωτηρίας»: με καινούργια δάνεια, φαστ-τρακ «ανάπτυξη» όπως χρυσός στη Χαλκιδική , πάρκο Ελληνικό κ.λπ. , προϋποθέτουν ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και των συλλογικών αγαθών(όπως το νερό και η ενέργεια ή τα σκουπίδια, τα δάση και οι παραλίες), μεταφορά των συνεπαγόμενων βαρών μόνο στους «από κάτω» για την περίφημη «βιωσιμότητα του χρέους». Να ζούμε για να πληρώνουμε χρέη, και όσο κι αν τα πληρώνουμε τόσο αυτά να μεγαλώνουν. Και το χρηματοοικονομικά και τα οικολογικά. Και να ζούμε οι «από κάτω» έναν «βίο αβίωτο», αφού εκείνο που θέλουν είναι να μας έχουν αλυσοδεμένους στο μαγγανοπήγαδο της κατανάλωσης μέσω νέων δανεισμών και χρέους, που θα ζούμε ίσα-ίσα ώστε να πληρώνουμε για πάντα στους «από πάνω».
Η απάντηση σ’ αυτούς τους καταναγκασμούς είναι η παγκόσμια «σεισάχθεια» καταρχήν και στη συνέχεια οι κοινωνίες της αποανάπτυξης-Τοπικοποίησης.
Η σημερινή κρίση των δημοσιονομικών χρεών να λυθεί υπέρ των κοινωνιών και όχι για άλλη μια φορά υπέρ των «από πάνω». (Οι ιδιώτες επενδυτές-αγοραστές των κρατικών ομολόγων και οι παγκόσμιοι παίκτες, έπαιξαν και έχασαν. Στο παγκόσμιο καζίνο τους προβλέπονται και οι ζημιές, όχι μόνο τα κέρδη).
Να αρνηθούμε τη θέση που έχει σήμερα η χώρα στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης. Επιστροφή σε νόμισμα, που θα είναι μέσο ανταλλαγής και όχι πλουτισμού. Δεν έχει νόημα το δίλημμα ευρώ ή δραχμή, από τη στιγμή που και τα δύο είναι εμπόρευμα και γενούν από χρήμα νέο χρήμα. Απεξάρτηση από το χρήμα εμπόρευμα με εκπαίδευση μέσω δημιουργίας τοπικών νομισμάτων σαν μέσα ανταλλαγών.
Ούτε η «επιμήκυνση». Ούτε ο «λογιστικός» προσδιορισμός του «καλού» και του «κακού» χρέους. Ούτε τα «κουρέματα». Αλλά ούτε και να δουλεύουμε περισσότερο με «κινεζοποίηση» των μισθών για να εξασφαλίζουμε τη συνέχιση της κατανάλωσης ή της επιβίωσης (για τους περισσότερους πια).
Δεν πληρώνουμε τα οικονομικά χρέη, για να μπορέσουμε να εξοφλήσουμε το οικολογικό χρέος προς τις ερχόμενες γενιές. Σε παγκόσμιο επίπεδο να διεκδικήσουμε τη συνολική διαγραφή χρεών!
Όχι άλλες «δόσεις» και δάνεια!
Παγκόσμια «σεισάχθεια» του οικονομικού χρέους!
Στροφή σε αποκεντρωμένες, τοπικοποιημένες, αμεσοδημοκρατικές κοινωνίες ίσης κατανομής και του μικρότερου δυνατού οικολογικού αποτυπώματος
Γιώργος Κολέμπας (διαχειρίζεται το μπλοκ http://topikopoiisi.blogspot.gr/) - Γιάννης Μπίλλας (συμμετέχει στοhttp://apokoinou.com/) [1] Από μελέτη π.χ. της γνωστής εταιρείας συμβούλων McKinsey: το συνολικό παγκόσμιο χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, στις 31/12/10 άγγιζε το ποσό των 158 τρίς δολαρίων. Εξ αυτών 41 τρίς αποτελούσαν κρατικά χρέη, 42 τρίς κυκλοφορούντα ομόλογα χρηματοπιστωτικών οργανισμών, 10 τρίς εταιρικό χρέος μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων και τα υπόλοιπα 64 τρίς ήσαν χρέη νοικοκυριών. Αντίστοιχα το παγκόσμιο ΑΕΠ ανήλθε το 2010 σε περίπου 60 τρίς δολάρια, δηλαδή το χρέος ήταν 263% του ΑΕΠ. Τη χρονιά της κρίσης ο συνολικός δανεισμός παγκοσμίως ήταν 300% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Μια δεκαετία πριν, το 1995, ήταν στο 200%.
Παιδί του Διαφωτισμού η Πρόοδος υιοθετείται και εμπεδώνεται τον 19ο αιώνα και ενσωματώνεται στο φαντασιακό των σημερινών ανθρώπων. Η Hannah Arendt περιγράφει στο βιβλίο της «Περί βίας» ότι η ιδέα της προόδου ήταν άγνωστη το 16ο,17ο και 18ο αιώνα.
Στις προθέσεις μου είναι η αποδόμηση της αντίληψης που έχει δημιουργηθεί στην κοινωνία μας για την πρόοδο. Υπάρχει μια κυρίαρχη αντίληψη για την πρόοδο η οποία ορίζεται ουσιαστικά με μια ευθεία, ένα ευθύγραμμο σχήμα το οποίο οδηγεί στη διαρκή εξέλιξη των κοινωνιών, στην διαρκή ανάπτυξη της παραγωγής και της κατανάλωσης συνδεδεμένο με την ιδέα της ευτυχίας.
Αυτή η αντίληψη για την πρόοδο έχει σχεδόν εποικίσει το φαντασιακό των ανθρώπων των σημερινών κοινωνιών και υπέχει θέση θρησκείας για τους περισσότερους. Χωρίς την κριτική στην ιδέα της προόδου, κατά την γνώμη μου, δεν μπορούμε να οδηγηθούμε σε άλλα νοήματα ζωής και σε άλλους τρόπους θέσμισης των κοινωνιών.
Πρόοδος-συντήρηση
Επηρεασμένος απ’ αυτή την οπτική δυσκολευόμουν να τοποθετήσω τον εαυτό μου στο σχήμα πρόοδος και συντήρησης μιας και καλλιεργώ την γη περίπου όπως οι πρόγονοι μου, άρα τι είμαι προοδευτικός ή συντηρητικός; Αν αναφερθώ στη γιαγιά ενός φίλου μου η οποία του ζήτησε πριν πεθάνει να πάει στα κτήματα που την θρέψαν για να τα «αποχαιρετίσει» όπως του είπε, που θα εντάξουμε αυτή την στάση των παλιότερων αγροτών απέναντι στη φύση, στην πρόοδο ή στη συντήρηση; Υπέχει θέση νοήματος στη ζωή της γιαγιάς αυτή «η αφελής αλλά στέρεα γνώση» των παλιών ανθρώπων της υπαίθρου ότι οι άνθρωποι εξαρτώνται άμεσα από το φυσικό περιβάλλον. Αν λοιπόν ορίσουμε το παράδειγμα της γιαγιάς ως δείγμα μιας κοινωνίας που απηχεί το χθες θα πρέπει να ορίσουμε και τον σημερινό τρόπο παραγωγής των αγροτών οι οποίοι είναι εντελώς αλλοτριωμένοι σε σχέση με αυτό που παράγουν, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που έχει στο περιβάλλον και στις επόμενες γενιές. Σύμφωνα λοιπόν με την ευθύγραμμη αντίληψη για την πρόοδο θα πρέπει να ορίσουμε τη θέση της γιαγιάς ως σημείο συντήρησης και τον τρόπο καλλιέργειας της γης των σημερινών αγροτών ως σημείο προόδου.
UBUNTU
Ένα δεύτερο παράδειγμα αναντιστοιχίας με την αφήγηση της ιδέας της προόδου είναι η έννοια της αλληλεγγύης, αίτημα και πρόταγμα των ημερών μας. Ηθικά, υποτίθεται ότι οι σύγχρονες κοινωνίες, ως πιο προοδευτικές από τις προηγούμενες, εμπεριέχουν την αλληλεγγύη ως συστατικό του στοιχείο. Είναι έτσι όμως;
Ubuntu λέγεται στην γλώσσα των φυλών της υποσαχάριας Αφρικής (Ζουλού, Μασάι, κα) η αλληλεγγύη της κοινότητας. Ένας ανθρωπολόγος επισκέφθηκε την φυλή των Ζουλού (η φυλή των Ζουλού βρίσκεται σε πολύ δύσκολη κατάσταση), βρήκε μια ομάδα μικρών παιδιών και τους έβαλε ένα καλάθι με φρούτα σε ένα δέντρο απέναντι τους. Έπειτα τους ζήτησε να τρέξουν και όποιο παιδάκι θα έφθανε πρώτο στο δέντρο, αυτό θα έπαιρνε όλα τα φρούτα. Δίνει λοιπόν το σύνθημα, τα παιδάκια πιάνονται χέρι με χέρι, πήγαν και κάθισαν γύρω από το καλάθι και άρχισαν να μοιράζονται τα φρούτα. Τους ρώτησε ο ανθρωπολόγος έκπληκτος, επηρεασμένος από το φαντασιακό «των προηγμένων κοινωνιών», γιατί αυτό και τα πιτσιρίκια του απάντησαν Ubuntu, που σημαίνει στο εννοιολόγιο της γλώσσας των υποσαχάριων φυλών ότι, αν ένας από εμάς δεν είναι χαρούμενος, δεν μπορούμε να είμαστε και εμείς.
Αναφέρομαι σε αυτό το παράδειγμα για να δείξω ότι η κοινωνία των Ζουλού, παρόλο που είναι όχι μόνο προ καπιταλιστική κοινωνία αλλά και προ φεουδαρχική, διατηρεί την αλληλεγγύη των μελών της ως συστατικό της στοιχείο, μόνο που αυτό δεν βρίσκει αντίστοιχη θέση στην κρατούσα ιδέα της ευθύγραμμης προόδου. Δηλαδή, μια παλιότερη μορφή οργάνωσης της κοινωνίας, διατηρεί την αλληλεγγύη η οποία, στις εξελιγμένες κοινωνίες, είναι ζητούμενο. Μιας και μιλάμε για την αλληλεγγύη θέλω να αναφέρω ότι όσοι από εμάς, με οποιοδήποτε τρόπο, υπερασπιστήκαμε τις κοινότητες των Τσιάπας και τους Ζαπατίστας στο Μεξικό, υπερασπιστήκαμε και δείξαμε την αλληλεγγύη μας σε προ καπιταλιστικές μορφές οργάνωσης των εν λόγω κοινωνιών. Οι 420 από τις 570 κοινότητες των Τσιάπας, λειτουργούν ακόμα και σήμερα με το εθιμικό δίκαιο, που σημαίνει προδικαιικές κοινωνίες. Βεβαίως, οι Ζαπατίστας και η διεθνής αλληλεγγύη «εμβολίασαν» τις κοινότητες των Τσιάπας και με άλλα στοιχεία αλλά αυτό ουδόλως αναιρεί την αφήγηση μας για την αποδόμηση της ιδέας της προόδου.
Το δικαίωμα στην τεμπελιά
Θα αναφερθώ και σε ένα άλλο παράδειγμα από την Γαλλική επανάσταση, δανεισμένο από το βιβλίο του Πωλ Λαφάργκ «το δικαίωμα στην τεμπελιά». Οι επίσημες αργίες πριν από τη Γαλλική επανάσταση με το παλιό καθεστώς, ουσιαστικά πριν την επικράτηση της αστικής τάξης (η οποία σύμφωνα με την κυρίαρχη αντίληψη της εξέλιξης των κοινωνιών ήταν πιο προοδευτική τάξη από τους Φεουδάρχες που ανέτρεψε) ήταν 90 μέρες τον χρόνο, εκ των οποίων οι 52 ήταν οι επίσημες αργίες της Κυριακής και οι 38 θρησκευτικές αργίες. Δηλαδή, οι άνθρωποι το ¼ της ζωής τους το περνούσαν με σχόλη, με γλέντια και με άλλες κοινωνικές και ερωτικές σχέσεις. Έρχεται λοιπόν η νεοανερχόμενη αστική τάξη, η οποία με πρόσχημα την αθεΐα και την εκκοσμίκευση, καταργεί τις 38 θρησκευτικές αργίες, ενώ ταυτόχρονα εφαρμόζει την εβδομάδα των 10 ημερών. Πίσω λοιπόν από το πρόσχημα της αθρησκίας, αντιλαμβανόμαστε ότι υποκρύπτονταν οι αυξημένες ανάγκες της παραγωγής των εργοστασίων τους.
Τα παραπάνω παραδείγματα αποδομούν την ιδέα της προόδου, η οποία ως ιστορική αφήγηση εξελικτικά ορίζεται κάπως έτσι: από την πρωτόγονη κοινωνία (για μερικούς ερευνητές ήταν και η κοινωνία της αφθονίας) περάσαμε στη δουλοκτητική κοινωνία, μετά στον Φεουδαρχισμό, μετά στον καπιταλισμό και το επόμενο στάδιο που θα είναι ο σοσιαλισμός. Κομβικό στοιχείο της εξελικτικής πορείας των κοινωνιών αυτής της αφήγησης, είναι ότι κάθε επόμενο στάδιο είναι και πιο προοδευτικό από το προηγούμενο. Έλεγε ο Μάρξ ότι ο καπιταλισμός εργάζεται με σιδερένια αναγκαιότητα προς αναπόφευκτα αποτελέσματα (τον σοσιαλισμό δηλαδή). Από εδώ πηγάζει και η σιγουριά ότι η ιστορία, εργάζεται υπέρ του διαφωτισμού, της ισότητας και της ατομικής ελευθερίας. Αυτό, κατά τον Κρίστοφερ Λας, ήταν η πηγή της Μαρξιστικής αδιαφορίας και των επιγόνων του, για την ηθικότητα των σκοπών και των μέσων, μιας και γίνεται δεκτό οτιδήποτε επιταχύνει την προλεταριακή επανάσταση. Όπως θα προσέξατε, αυτή η φαταλιστική αισιοδοξία για την πρόοδο των κοινωνιών, κατέστησε περιττούς τους δρώντες και τις προθέσεις τους. Οι πιστοί της προόδου, νομίζουν ότι έχουν την ιστορία με το μέρος τους.
Παραγωγισμός
Ας δούμε τώρα πού αλλού συναντιούνται ο φιλελευθερισμός με τον Μαρξισμό. Οι φιλελεύθεροι, υποστηρίζουν πως η πρόοδος θα γινόταν με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, άρα αφού θα μεγαλώσει η πίτα, θα φάμε όλοι, ο δε Μαρξισμός, φαντασίωνε ότι με την απεριόριστη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που θα περιέλθουν στην κατοχή της εργατικής τάξης (νομοτελειακά σχεδόν), θα μοιραστεί δικαιότερα ο πλούτος και η εργασία. Ο παραγωγισμός, λοιπόν, συνέχει και τις 2 θεωρίες. Αυτό, είχε ως αποτέλεσμα να σαρωθούν άπειρες μικρές και μεγάλες αφηγήσεις ζωής και παραγωγής, μια πανσπερμία κοινοτήτων που διεκπεραίωναν παραγωγικά και διοικητικά τη ζωή τους, που ήταν μέρος του πλούτου της ανθρωπότητας. Οι επίγονοι του Μάρξ, επηρεασμένοι από αυτή την αφήγηση, καταστρέψανε οποιαδήποτε προκαπιταλιστική μορφή οργάνωσης των κοινωνιών, μιας που ο εξηλεκτρισμός της χώρας και η βαριά βιομηχανία αποτελούσαν την καρδιά και τους πνεύμονες του σοσιαλισμού (ΒΙ Λένιν) και για να μην ξεχνιόμαστε, επί Στάλιν, έγινε η βίαια κολεκτιβοποίηση της αγροτιάς. Η αγροτική Σοβιετική Ένωση, πριν την επανάσταση του 1917, ήταν οργανωμένη σε κοινότητες (τα αγροτικά κοινόβια Μιρ). Ο θεσμός των Μιρ, ήταν μια μορφή αυτοοργάνωσης, μια πανάρχαια μορφή αγροτικής κοινοκτημοσύνης που λειτουργούσε με δημοκρατική συγκρότηση και αλληλέγγυα ευθύνη μεταξύ των μελών της από τον 11ο αιώνα και μετά, αδιαλείπτως. Το γεγονός ότι ο θεσμός των Μιρ κάλυπτε σε πολλές περιφέρειες το 60% του αγροτικού πληθυσμού, δείχνει πως ήταν κοινωνικά αποδεκτός. Στην έκδοση του κομουνιστικού μανιφέστου το 1882, στον πρόλογο του ο Μάρξ και ο Ένγκελς, προτρέπουν τους Ρώσους να ακολουθήσουν τη Ρώσικη παράδοση του κοινοτισμού, γιατί αυτός θα είναι ο γρηγορότερος και ασφαλέστερος δρόμος προς τον σοσιαλισμό (επιστολή του Μάρξ προς τους Ρώσους Μιχαϊλόφσκι και Βέρα Ζάζουλιτς).
Ο Μεσιανισμός της προόδου
Αν στην εποχή του Μάρξ η μόλυνση του περιβάλλοντος και η περατότητα των φυσικών πόρων δεν ήταν τόσο εμφανής όσο στις μέρες μας, σήμερα δεν μπορούμε να αδιαφορούμε. Αυτό, που φέρνει η ιδέα της αποανάπτυξης στη συζήτηση, είναι ότι η διαρκής ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων προσκρούει στην περατότητα των φυσικών πόρων. Ο Νικόλας Γκεοργκέσκου Ρόεγκεν, γράφει ότι σε ένα πεπερασμένο πλανήτη, δεν μπορούμε να μιλάμε για απεριόριστη ανάπτυξη.
Τέλος, χρειάζεται να αποδομηθούν και οι «πυλώνες» της προόδου και της διαρκούς ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που δεν είναι άλλες από την επιστήμη και την τεχνολογία. Καλλιεργήθηκε και στις μέρες μας κατασκευάζεται διαρκώς ένας λανθάνων μεσιανισμός της επιστήμης και της τεχνολογίας (παρά το κουρέλιασμα τους από το ατύχημα της Φουκουσίμα). Ο μεσιανισμός αυτός, καλλιεργεί την προσδοκία (πίστη μήπως;) ότι τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στο κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον που είναι απόρροια πολιτικών, οικονομικών και φαντασιακών επιλογών των κοινωνιών, θα μας τα λύσει η επιστήμη και η τεχνολογία (μεταλλαγμένα τρόφιμα ως απάντηση στην πείνα, φθηνή και απεριόριστη ενέργεια με την υποσχόμενη διάσπαση του υδρογόνου και η ανακάλυψη του «σωματιδίου του Θεού» από το CERN. Μια λέξη-έννοια επαναλαμβάνεται διαρκώς από το πολιτικό προσωπικό και τους τεχνικούς της εξουσίας στην χώρα μας: ανάπτυξη, ανάπτυξη, ανάπτυξη… Ενίοτε δε, τη βαπτίζουν βιώσιμη, αειφόρο, πράσινη ανάπτυξη. Αν επιλέξαμε τον όρο αποανάπτυξη, το κάναμε συνειδητά γιατί θέλουμε να πλήξουμε το κεντρικό φετίχ αυτής της κοινωνίας, να αποδομήσουμε το εννοιολογικό υπόστρωμα του καπιταλισμού και να αποαποικίσουμε το κεντρικό φαντασιακό του ανθρωπολογικού τύπου του καπιταλισμού που είναι η πρόοδος μέσω της ανάπτυξης, της κατανάλωσης με τη χρήση της επιστήμης και της τεχνολογίας.
Η επανανοηματοδότηση της ζωής ως ζητούμενο
Του Γιάννη Μπίλλα
Εάν η ζωή αυτή καθαυτή είναι α-νόητη και αν-ήθικη, τότε οι άνθρωποι νοηματοδοτούν τη ζωή τους με τις σκέψεις τους, τις πράξεις τους και γενικότερα με τη στάση ζωής που τηρούν. Οι σημασίες και τα νοήματα που υιοθετούν οι άνθρωποι μεταβάλλονται στο πέρασμα του χρόνου.
Συνήθως οι άνθρωποι προσδιορίζουν τη ζωή τους σύμφωνα με τις κυρίαρχες σημασίες που δίνει ο τόπος τους, η θρησκεία τους, το πολιτικό σύστημα και γενικότερα οι εκάστοτε εξουσίες. Ο άνθρωπος ορίζεται ως κοινωνική κατασκευή και ταυτόχρονα ως δημιουργός της ζωής του. Η αντίληψη περί κοινωνικής κατασκευής, πολλές φορές, δημιουργεί μια παθητική αφήγηση ζωής που βλέπει τον άνθρωπο μόνο ως αποτέλεσμα των οικονομικών και πολιτικών συνθηκών της κοινωνίας και όχι και ως αιτία δημιουργίας της ζωής και της κοινωνίας. Η δυνατότητα των ανθρώπων και των κοινωνιών να αυτοθεσμίζονται συνήθως αποσιωπάται ή αποκρύπτεται ως ιστορική αφήγηση από τις κυρίαρχες αφηγήσεις των κρατών μέσω της εκπαίδευσης, της θρησκείας και του πολιτικού προσωπικού (συμπεριλαμβανομένων και των ΜΜΕ).
Με την επικράτηση του παγκόσμιου καπιταλισμού και του φαντασιακού του προτάγματος της διαρκούς μεγέθυνσης της παραγωγής και της κατανάλωσης, χιλιάδες μικρές και μεγάλες αφηγήσεις ζωής σαρώθηκαν. Κοινότητες ανθρώπων που διεκπεραίωναν τη ζωή τους παραγωγικά και διοικητικά υιοθέτησαν σταδιακά τα νοήματα της καπιταλιστικής μεγέθυνσης. Χάθηκε έτσι ο πλούτος του παγκόσμιου πολιτισμού και η δυνατότητα που είχαν οι επιμέρους κοινότητες να προσαρμόζουν τη ζωή τους και τη παραγωγή τους στο υπάρχον φυσικό περιβάλλον. Υιοθέτησαν τη γραμμική αντίληψη για τη ζωή και τη παραγωγή και μετατράπηκαν σε καταναλωτές προϊόντων και αλλότριων αφηγήσεων (πολιτικών και νοημάτων). Σήμερα αυτό που καταρρέει (μαζί με τις ψευδαισθήσεις μας) είναι επίσης το κεντρικό φαντασιακό του καπιταλισμού που είναι η διαρκής ανάπτυξη της παραγωγής και της κατανάλωσης, γιατί προσκρούει στο οικολογικό όριο της περατότητας των φυσικών πόρων του πλανήτη, στη μόλυνση του περιβάλλοντος και γιατί αυτή η αφήγηση δημιούργησε έναν ανθρωπολογικό τύπο επικίνδυνο και καταστροφικό. Η κρίση που βιώνουμε σήμερα είναι η απαρχή του τέλους αυτής της αφήγησης.
Όσοι εργαζόμαστε για την άμεση δημοκρατία προτάσσουμε ως απάντηση την εθελούσια αποανάπτυξη της οικονομίας και εργαζόμαστε γι’ αυτό, θεωρώντας την αποανάπτυξη ως την υλική βάση της άμεσης δημοκρατίας.
Η ανθρωπολογική κρίση του καπιταλισμού
Ο καπιταλισμός πριν φανερώσει τα αδιέξοδά του κατέστρεψε τον ψυχισμό των ανθρώπων, διαμόρφωσε ένα ανθρωπολογικό τύπο μοναχικό, νευρωτικό, αγχώδη, φοβικό και φοβισμένο, ανταγωνιστικό, επιθετικό, ενεργοβόρο, καριερίστα και αμοραλιστή, κάτοικο του εγώ και όχι του εμείς, που ακόμα και σήμερα διατηρεί την ψευδαίσθηση της ατομικής διαφυγής. Η εκπαίδευση και η διαμόρφωση των ανθρώπων από αυτές τις ίδιες καταναλωτικές κοινωνίες αποτελεί το βασικότερο εμπόδιο, κατά τη γνώμη μου, στην προοπτική της αποανάπτυξης και της άμεσης δημοκρατίας, καθώς αποτελεί θρησκευτική σχεδόν πεποίθηση αυτής της κοινωνίας η διαρκής μεγέθυνση. Ο καπιταλισμός όμως δεν μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει, αν οι ίδιοι οι άνθρωποι δε συμμεριστούν και δεν εσωτερικεύσουν τις αξίες που τον στηρίζουν. Παράλληλα, αν λάβουμε υπόψη ότι ήδη ο καπιταλισμός δημιουργεί ένα νέο είδος οικονομίας που η καπιταλιστική δημιουργία αξίας αντικαθίσταται σιγά-σιγά από τη χρηματιστηριακή κερδοσκοπία, τότε αυτό που σήμερα επικρατεί είναι το παρασιτικό ήθος μιας κοινωνίας της κατανάλωσης, του τζόγου, του εύκολου κέρδους, του υπερδανεισμού, της διαφθοράς, κτλ. Υπό μία έννοια το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα καταστρέφει κάθε ανθρωπολογικό υπόστρωμα πάνω στο οποίο θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας νέος τύπος κοινωνίας.
Σε ότι μας αφορά, ως αφήγηση της άμεσης δημοκρατίας και της αποανάπτυξης, φαίνεται ξεκάθαρα η ανάγκη για τη δημιουργία ενός νέου ανθρωπολογικού τύπου, διότι δεν είναι δυνατό να δημιουργηθεί μια αυτόνομη δημοκρατική και οικολογική κοινωνία η οποία θα βασίζεται στο σημερινό άνθρωπο. Αυτός ο συλλογισμός απαντά και στην κριτική που δεχόμαστε ότι δεν εστιάζουμε σε επιμέρους προτάσεις ή ότι δεν αντιστεκόμαστε στο νεοφιλελευθερισμό, κριτική η οποία κατά τη γνώμη μας εμπεριέχει στοιχεία του προηγούμενου φαντασιακού για την επιστροφή σε μια Κεϊνσιανικού τύπου εγγύηση των πρότερων καταναλωτικών μας απολαύσεων. Αντίθετα, εμείς επιδιώκουμε να αποδομηθεί πλήρως το καπιταλιστικό φαντασιακό των ανθρώπων και να αποαποικήσουμε το εννοιολογικό υπόστρωμα των καπιταλιστικών αφηγήσεων που κυριαρχούν ακόμα στους πολίτες αυτής της χώρας.
Η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία και ο ανθρωπολογικός της τύπος
Στις μέρες μας σχεδόν παντού ξεφυτρώνουν συλλογικότητες, ομάδες, κινήσεις και πολίτες που υιοθετούν άλλα νοήματα, άλλες σημασίες και άλλα προτάγματα στη ζωή τους με τα οποία και για τα οποία αξίζει κανείς να ζει σήμερα και όχι περιμένοντας με μεταφυσικό τρόπο την «έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα».
Η κοινωνία που θέλουμε να δημιουργήσουμε δε θα βρεθεί «στα σπήλαια της ιδιώτευσης και της απάθειας» αλλά στις θορυβώδεις συνελεύσεις και δράσεις, όπου καθημερινά ανακαλύπτουμε ο ένας τον άλλο και τη χαρά του δημιουργικού και συλλογικού βίου, μετατοπίζοντας το «εγώ» μας προς το «εμείς». Τοποθετεί την οικονομία στη θέση του μέσου και όχι του σκοπού της ζωής υιοθετώντας αξίες ξεχασμένες από το καπιταλιστικό φαντασιακό, όπως η αυτενέργεια, η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, η χαρά του ελεύθερου χρόνου, ο αυτοπεριορισμός, η οικονομία της εγγύτητας, η διατροφική και ενεργειακή αυτάρκεια, ο πολίτης-δημιουργός έναντι του παθητικού καταναλωτή (προϊόντων και πολιτικών). Δημιουργεί ανταλλακτικές κοινότητες χρόνου, προϊόντων, χαριστικά παζάρια, τράπεζες σπόρων, συλλογικούς αυτοδιαχειριζόμενους λαχανόκηπους, συνεταιρισμούς παραγωγών και καταναλωτών, αλληλέγγυο εμπόριο, αυτοδιαχειριζόμενους κοινωνικούς χώρους, κινήσεις πολιτών για την κοινωνικοποίηση του νερού και της ενέργειας, δίκτυα οικοκοινοτήτων, πολίτες που εναντιώνονται και συγκρούονται για να μη γίνει στη Χαλκιδική το ορυχείο χρυσού και για να μην εγκατασταθούν οι ανεμογεννήτριες στην Χίο, να μη γίνει η επένδυση στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, στο όρος Οίτη και αλλού. Οργανώνει κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά φαρμακεία, συλλογικές κουζίνες, ραδιοσταθμούς στο διαδίκτυο, και έναν απίστευτο αριθμό καινούργιων αντικαπιταλιστικών, αυτοδιαχειριζόμενων, αντιιεραρχικών συλλογικοτήτων. Όλα αυτά διέπονται από την αντίληψη της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας μέσα από το πρόταγμα της αποανάπτυξης και της άμεσης δημοκρατίας, δημιουργώντας έναν άλλο ανθρωπολογικό τύπο και μια νέα νοηματοδότηση της ζωής.
Υφαίνοντας την ανατροπή ή συμπλήρωμα στο υπάρχον;
Όλες οι παραπάνω κινήσεις είναι δράσεις ενός «δημιουργικού πράττειν» και αποτελούν φαντασιακή σύλληψη αυτοθέσμισης εν δυνάμει νέων κοινοτήτων που δεν αρκούνται στη διαπίστωση ότι για όλα φταίει ο καπιταλισμός και οι τραπεζίτες, επιλέγοντας έτσι τη θυματοποίησή τους είτε υιοθετώντας παθητική στάση είτε αναθέτοντας την ελπίδα στο πολιτικό προσωπικό των κομμάτων της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Αντίθετα, διεκδικούν χρόνο να ερωτευτούν, να παίξουν με τα παιδιά τους, να τεμπελιάσουν, να δημιουργήσουν, να επαναφέρουν το μεσημεριανό ύπνο, κτίζοντας ταυτόχρονα μια νέα μορφή κοινωνικότητας και οικονομίας. Οι κοινότητες αυτές δρουν παράλληλα και ενάντια στον καπιταλισμό (η αυτενέργεια και η αλληλεγγύη του κινήματος της πατάτας κατέστησε αχρείαστους τους νόμους της αγοράς). Αν σ’ όλα αυτά προσθέσουμε και κάποια δειλά και μικρής διάρκειας κινήματα, όπως η κατάληψη και λειτουργία χώρων εστίασης στη Θεσσαλονίκη, το αυτοδιαχειριζόμενο νοσοκομείο στο Κιλκίς, η έκδοση της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» από τους εργαζόμενους, και αν ευοδωθούν και κάποιες προτάσεις για ίδρυση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που θα ενισχύει φιλικές προς το περιβάλλον δράσεις και αυτοδιαχειριζόμενες επιχειρήσεις, τότε θα φανούν καλύτερα οι ρωγμές που δημιουργούν στον καπιταλισμό οι μορφές της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας. Οι ρωγμές αυτές που άλλοτε θα συγκλίνουν, άλλοτε θα αποκλίνουν, άλλοτε θα γίνονται ορμητικά μεγάλες, δεν αποτελούν βέβαιες απαντήσεις στον καπιταλισμό. «Ρωτώντας προχωράμε» για να χρησιμοποιήσω και ένα Ζαπατίστικο σύνθημα. Νομίζω όμως ότι επανανοηματοδούν τη ζωή των ανθρώπων που συμμετέχουν σ’ αυτές. Συνιστούν μια ριζική πολιτική ρήξη με το σύστημα και ένα βαθύ ανθρωπολογικό μετασχηματισμό. Αυτός ο ανθρωπολογικός μετασχηματισμός δεν αποτελεί ούτε δευτερεύον εποικοδόμημα ούτε ρητορικό σχήμα. Είναι βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι του αναγκαίου μετασχηματισμού της κοινωνίας. Η δημιουργία του νέου αυτού ανθρωπολογικού τύπου αποκτά στις μέρες μας τη διαδικασία του κατεπείγοντος, εφόσον μια αυτόνομη και δημοκρατική κοινωνία δεν μπορεί να απαρτίζεται ούτε φυσικά και να δημιουργηθεί από τον τύπο του ανθρώπου που δημιουργεί η καταναλωτική κοινωνία.
Το κύτταρο της κοινωνίας που θα αγαπήσουμε είναι εν σπέρματι αυτές οι κοινότητες ανθρώπων που περιγράψαμε με τα νοήματα και τις σημασίες που προτάσσουν. Η δική μας προσδοκία ή ουτοπία ίσως είναι στη θέση του κεντρικού κράτους που θα περιορίζεται σιγά-σιγά θα ανθίσουν αμεσοδημοκρατικές κοινότητες ανθρώπων, έθνη κοινοτήτων και κοινότητες εθνών.
Η θέση μου στο ερώτημα για το αν όλα αυτά αποτελούν συμπλήρωμα στο υπάρχον ή αν το σύστημα μπορεί να καταστήσει ακίνδυνες τις παραπάνω κοινότητες ανθρώπων είναι ότι αυτό το ερώτημα πρέπει να τίθεται διαρκώς από αυτούς που συμμετέχουν σ’ αυτές τις συλλογικότητες και διαρκώς να επαναπροσδιορίζονται με βάση αυτό το ερώτημα. Αποκλείοντας έτσι τη δυνατότητα εμφάνισης ενός άλλου μας εαυτού, αυτού που τόσα χρόνια το εκπαιδευτικό σύστημα, ο στρατός, η δικαιοσύνη, το οικονομικό σύστημα και οι λειτουργίες του κράτους πάλεψαν με ζήλο να διαμορφώσουν «για το καλό μας» πάντα. Τον καπιταλισμό δε γνωρίζουμε πως και αν μπορούμε να τον αλλάξουμε, αλλά ας φροντίσουμε να μην του μοιάσουμε, γράφει ο Χρόνης Μίσσιος.
Εισήγηση
του Γιάννη Μπίλλα στο τριήμερο για την κοινωνική - αλληλέγγυα
οικονομία, 20-22 Απριλίου 2012 στη Θεσσαλονίκη στο "Μικρόπολις"
Η παρέλαση και η κοτόπιτα
Ο καλός της συμμετείχε στην παρέλαση για τελευταία φορά. Το ίδιο κι ο γιός της –αυτός για πρώτη φορά. Ο νονός με ένα κοινό φίλο θα ερχόταν ανήμερα της 25ης Μαρτίου για να γιορτάσει το βαφτιστικό του, Ευάγγελο στο όνομα (διπλή γιορτή όπως ήδη ξέρετε απ’ τα σχολικά σας χρόνια). Το τσιμπούσι περιελάμβανε κοτόπιτα, κοτόπουλο με μήλα και μηλόπιτα από τα χεράκια της –μιας που ο νονός επιθυμεί πάντα μια πίτα στο τσιμπούσι. Το δίλημμα εμφανές: ή χάνει την παρέλαση και το να καμαρώσει αυτούς που αγαπά ή το τσιμπούσι μεταφέρεται σε κάποιο ταβερνείο. Κάτι ιδεολογήματα του καλού της ότι θα προτιμούσε να ζει σε μια ευνομούμενη κοινωνία, όπου οι μαθητές θα ήταν περήφανοι για τον τόπο τους με τα καθαρά ποτάμια (μιας και η παρέλαση γίνεται πάντα δίπλα στο Ληθαίο ποταμό), όπου οι γονείς τους θα είχαν δουλειές, παροχές υγείας και διάφορα άλλα τέτοια ιδεολογικοπολιτικά, προσέκρουσαν στη θέλησή της να ετοιμάσει το τσιμπούσι και να παρακολουθήσει την παρέλαση. -Βοήθησέ με να μεταφέρω το φουρνάκι και τα υλικά για την κοτόπιτα στο χώρο της παρέλασης αλλιώς δεν έχει τσιμπούσι, είπε η μαγείρισσα. Νωρίς το πρωί της Κυριακής λοιπόν, φορτωμένα στο αγροτικό τα απαραίτητα για την παρασκευή φαγητού –φουρνάκι, κατσαρολικά, κρεμμύδια, σκόρδα, δάφνη, σαφράν (κρόκος Κοζάνης), μπαχαρικά κ. ά.– βρήκαν τη θέση τους στην κεντρική πλατεία της πόλης των Τρικάλων, μιας και ήθελε να νιώσει ως επίσημη καμαρώνοντας το γιό της και τον καλό της. Έτσι κάλυψε και το μεγάλο κενό της απουσίας των επισήμων (βοήθειά μας!). Σ’ αυτό συνέβαλε και ο φόβος των αρχών να στήσουν εξέδρα επισήμων προς αποφυγή επεισοδίων. Μια μπαλαντέζα βρέθηκε, ρεύμα από κάποιο περίπτερο γνωστού περιπτερά και το κοτόπουλο –αλανιάρικο είπαμε– άρχισε να σιγοβράζει (σε χαμηλή φωτιά για να απελευθερώσει καλύτερα τα αρώματά του). Σε άλλο «μάτι» του φούρνου ετοιμαζόταν το κοτόπουλο με μήλα (κι αυτό σε χαμηλή φωτιά). Η δε μηλόπιτα ήταν από νωρίς στο φούρνο (αυτή σε υψηλή φωτιά για να κάνει κρούστα). Κάτι μυστικοί αστυνομικοί την παρατηρούσαν από ώρα να μαγειρεύει, να κόβει τα κρεμμύδια, το μαϊδανό, το σκόρδο, να δοκιμάζει το φαγητό, να ανοιγοκλείνει το φουρνάκι, να σιγοτραγουδάει κι απορούσαν, μιας και δεν είχαν καμιά οδηγία για την αντιμετώπιση ανάλογων συμβάντων. -Τι κάνουμε τώρα, συνάδελφε; -Περιμένετε να ρωτήσουμε πιο κεντρικά, τους είπαν από το κέντρο. Έτσι η ώρα περνούσε, το φαγητό ψήνονταν, η κοτόπιτα ήδη μοσχοβολούσε. -Μυρωδιά από κρόκο Κοζάνης; είπε κάποιος μυστικός. -Όχι άσχετε, ψιλοκομμένος μαϊντανός..!, απάντησε ο διοικητής. -Τι λέτε; ρωτάει το κέντρο. -Όχι, όχι, δε μιλάμε σε σένα κέντρο. Στο μεταξύ πλησίαζε η ώρα της παρέλασης∙ δώδεκα παρά, το σημείο που στηνόταν συνήθως η εξέδρα των επισήμων άδειo, ο κόσμος απέναντι και γύρω από την εστία μαγειρέματος αυξανόταν συνεχώς, ένα σνιφ-σνιφ ακουγόταν και διάφορες συζητήσεις γίνονταν για το αν μυρίζει λάδι, κανέλα ή κρεμμύδι. -Μια πρέζα αλατάκι ακόμη και τα φαγητό είναι έτοιμο, μουρμούρισε η μαγείρισσα. Η παρέλαση άρχισε τη στιγμή που τα φαγητά βγήκαν από τη φωτιά. Όσοι περνούσαν έστριβαν το κεφάλι δεξιά προς το μέρος του μαγέρικου, οι κεφαλές μαθητών και στρατιωτών ήταν υπερυψωμένες με μια ελαφρά κλίση προς τα δεξιά, για να πιάσουν όλες τις μυρωδιές, γουργούριζε λίγο περίεργα η κοιλιά τους. Το κέντρο κάποια στιγμή απάντησε στους μυστικούς να προσέξουν τη μαγείρισσα και το φουρνάκι. «Φοβόμαστε ότι κάτι μαγειρεύει» είπαν. Μα ήταν ήδη αργά. Οι μυστικοί παράτησαν την ενδοσυνεννόηση ζαλισμένοι από την μυρωδιά της μηλόπιτας. Η μαγείρισσα καμάρωσε για τον καλό της (για τελευταία φορά είπαμε) και για το γιό της (για πρώτη φορά είπαμε). Φόρτωσε το φουρνάκι στο αγροτικό, την κοτόπιτα, τη μηλόπιτα, το κοτόπουλο με μήλα (ποικιλίας τζόνα-γκαλά, αυτό δεν το είπαμε) και κίνησε για το σπίτι της να υποδεχτεί το νονό του μικρού της γιού και τους φίλους. - Νομίζω, κύριοι, η κοτόπιτα είναι πιο σπουδαία και πιο νόστιμη από την παρέλαση, είπε η μαγείρισσα, και οι συνδαιτυμόνες συμφώνησαν μουγκρίζοντας από ευχαρίστηση. Γιάννης Μπίλλας
Τα δύο Σαββατοκύριακα 3-4 και 17-18 του Μάρτη άρχισαν οι καλλιεργητικές εργασίες στο «ανταμικό» (αυτοδιαχειριζόμενο αγρό Τρικάλων) σε μια έκταση 4 στρεμμάτων μεταξύ Πύργου και Ρογγίων. Είκοσι τρία άτομα της ομάδας μοιράστηκαν 2,5 στρέμματα (μεράδια των 100 τετραγωνικών μέτρων ο καθένας), ενώ 1,5 στρέμμα προορίζεται για τη δημιουργία συλλογικού λαχανόκηπου.
_Το παρακάτω άρθρο, δημοσιευθηκε στο περιοδικό "Οίκο" της
εφημερίδας "Καθημερινή". Εκφράζει προσωπικές απόψεις - επιλογές ζωής
του Ιωάννη Μπίλλα.
ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗΣ:
Του Γιάννη Μπίλλα
Στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας, στη λεκάνη απορροής των νερών του όρους Κόζιακα και ανάμεσα στις αγροτικές κοινότητες Κόκκινου Πύργου, Αγίων Αποστόλων, Ρογγίων, Διπόταμου και Πυργετού βρίσκονται οι φλέβες (κανάλια) με τρεχούμενο νερό ήπιας ροής. Οι φλέβες δημιουργήθηκαν κύρια από φυσικές πηγές (ανάβρες) που με τον καιρό διανοίχθηκαν από τους αγρότες, διοχετεύοντας σ’αυτές το νερό της βροχής και των αρτεσιανών. Ο μικρός αυτός υγροβιότοπος αποστραγγίζει το νερό της περιοχής, κάνοντας τη γη καλλιεργήσιμη, επικοινωνώντας με τον Κουμέρκη και τον Αγιαμονιώτη ποταμό, οι οποίοι με τη σειρά τους συνδέονται με τους παραποτάμους του Πηνειού,Ανάποδο και Σαλαμπριά .Ψάρια (αγάδες και μυλωνάκια), καραβίδες, καβούρια, χέλια, βίδρες και νερόκοτες ζούσαν στον υγροβιότοπο των φλεβών, ως τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Παράλληλα, υπήρχε μια τοπική διατροφική αυτάρκεια των αγροτών βασιζόμενη στα οικόσιτα ζώα (κότες, πάπιες, γουρούνια, αρνιά, κατσίκια και αγελάδες) και στους κήπους που όλοι μα όλοι καλλιεργούσαν, ενώ συμπλήρωναν τα γεύματα τους με ψάρια και καραβίδες που ψάρευαν στις φλέβες και στα ποτάμια. Οι τοπικές αγροτικές κοινωνίες είχαν προσαρμόσει τον τρόπο ζωής τους στο υπάρχον φυσικό περιβάλλον, δίνοντας δείγματα ανακύκλωσης, κυκλικής εναλλαγής καλλιεργειών, αυτάρκειας, προστασίας της βιοποικιλότητας, οικολογίας, μέτρου, σεβασμού στο περιβάλλον, ανεξαρτησίας από εισροές, όλα αυτά, ενδεχομένως, χωρίς να γνωρίζουν καθόλου αυτές τις έννοιες. Πέρα από την αυτάρκεια (οικονομική και διατροφική) που παρείχαν στους αγρότες τα κατοικίδια ζώα, οι κοπριές τους χρησίμευαν ως λίπασμα για τους κήπους. Με τα περισσεύματα των κήπων (από τα παζάρια) τάιζαν τα οικόσιτα ζώα τους. Παράλληλα, κρατούσαν και αντάλλασαν ντόπιους σπόρους φυτών, εξασφαλίζοντας ποικιλία γεύσεων. Βοσκότοποι (λιβάδια), κήποι, καλλιέργειες (σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, τριφύλλι) εναλλάσσονταν κατά καιρούς στη καλλιέργεια διατηρώντας τη γη παραγωγική και υγιή. Με τα γέρικα ξύλα από τους φυσικούς φράχτες (λεύκες, αγριολεύκες, φτελιάδες, ιτιές) ζέσταιναν τα σπίτια τους τον χειμώνα, ενώ οι περισσότεροι φρόντιζαν και ένα μικρό αμπέλι για τις χαρές και τις λύπες της ζωής.
Η Απώλεια της Αυτάρκειας
Εκεί στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και αρχές τις δεκαετίας του ’80, εισβάλλει στην οικονομία της υπαίθρου η ονομαζόμενη «Πράσινη Ανάπτυξη», έχοντας ως κυρίαρχο στοιχείο την υποταγή του περιβάλλοντος και των αγροτών στην εντατικοποίηση της παραγωγής και στο μύθο της συνεχούς μεγέθυνσης. Μονοκαλλιέργειες καρπουζιών, καπνού, καλαμποκιού και κυρίως βάμβακος ισοπεδώνουν κάθε σπιθαμή της γης. Δένδρα κόβονται, ανεμοφράκτες γκρεμίζονται, μπροστά το τρακτέρ ψεκάζει με ζιζανιοκτόνα1, ακολουθεί το χημικό λίπασμα και στη συνέχεια η σπορά με καινούργιους υβριδικούς σπόρους. Αργότερα ακολουθούν κι άλλοι ψεκασμοί με ζιζανιοκτόνα (για τα χορτάρια) και με εντομοκτόνα για «τα βλαβερά» έντομα. Χιλιάδες τόνοι χημικών λιπασμάτων, ζιζανιοκτόνων, εντομοκτόνων, παρασιτοκτόνων, ρίχνονται στην αγροτική γη. Το νερό της βροχής και του ποτίσματος ξεπλένει τα υπολείμματα των φυτοφαρμάκων2 και των λιπασμάτων.. Κιτρινίζουν3 οι φλέβες από τα ζιζανιοκτόνα, το νερό της φλέβας, λόγω της ήπιας ροής, «κρατάει» για μέρες τα φυτοφάρμακα. Οι Αγάδες ψοφάνε4, οι καραβίδες και τα χέλια εξαφανίζονται, η υπόλοιπη υδρόβια ζωή (νερόκοτες. βίδρες. νεροχελώνες) και τα πουλιά εγκαταλείπουν τις φλέβες λόγω έλλειψης τροφής. Ο υδροφόρος ορίζοντας γεμίζει νιτρικά. Σύμφωνα με έρευνα του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας κ. Νικήτα Μυλόπουλο στην ευρύτερη περιοχή χρησιμοποιούνται 230.000 τόνοι λιπάσματα και 2.000 τόνοι φυτοφάρμακα σε ετήσια βάση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο αγρότης να χάσει την επαφή με τον κύκλο ζωής της γης. Υιοθετεί τη γραμμική αντίληψη για την παραγωγή και χάνει την αυτάρκεια του. Επιδοτήσεις ρέουν άφθονες, πολυεθνικές αγροχημικών, τράπεζες και εταιρείες παραγωγής αγροτικών μηχανημάτων κάνουν χρυσές δουλείες. Το Α.Ε.Π. της χώρας μεγαλώνει, μεγαλώνοντας συγχρόνως και η εξάρτηση από τις πολυεθνικές αγροχημικών προϊόντων. Οι σπόροι κάθε χρόνο αγοράζονται, οι ίδιες πολυεθνικές εταιρείες που παράγουν τους σπόρους – υβρίδια, παράγουν και τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα (στις μέρες μας είναι πάλι οι ίδιες οι εταιρείες που προωθούν τη καλλιέργεια των μεταλλαγμένων). Αγοράζονται μεγαλύτερα και βαρύτερα γεωργικά μηχανήματα, η γη οργώνεται όλο και πιο βαθιά, ρίχνονται περισσότερα λιπάσματα και φυτοφάρμακα, η αγροτική παραγωγή αυξάνεται, ενώ ταυτόχρονα μεγαλώνει το χρέος των αγροτών στις τράπεζες.
Το όρια της μεγέθυνσης
Κάποια στιγμή η ύβρις της διαρκούς μεγέθυνσης δείχνει τα όρια της. Η απόδοση της αγροτικής γης, παρ’όλο που διπλασιάζεται η ποσότητα του λιπάσματος, μένει η ίδια και μειώνεται. Σύμφωνα με στοιχεία της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης, 55.000 στρέμματα στη Θεσσαλία βρίσκονται στο στάδιο της ερημοποίησης, που σημαίνει νεκρή γη, όσο και να τη λιπαίνεις δεν αποδίδει πια. Οι τιμές των αγροτικών προϊόντων κατρακυλούν, τα προϊόντα μένουν απούλητα. Οι Γκουρού της διαρκούς ανάπτυξης προσπαθούν να στρέψουν τους αγρότες στην καλλιέργεια μεταλλαγμένων(GMO) και ενεργειακών φυτών(βιοκαύσιμα), διατηρώντας ανέπαφο το ίδιο μοντέλο παραγωγής. Στο μεταξύ οι αγρότες μετρούν απώλειες. Η ύπαιθρος εγκαταλείπεται, η βιοποικιλότητα βρίσκεται σε κίνδυνο, εξαφανίζεται ο πλούτος των ντόπιων ποικιλιών, φυτών και ζώων, τα ύδατα υπεραντλούνται και μολύνονται, ενώ σημειώνεται κατακόρυφη πτώση του υδροφόρου ορίζοντα. Στις πεδιάδες της Θεσσαλίας οι γεωτρήσεις φτάνουν πια στα 350 μέτρα βάθος5. Την ίδια στιγμή, οι ποταμοί νεκρώνουν, υγροβιότοποι καταστρέφονται και ο Πηνειός, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γίνεται ο δεύτερος πιο μολυσμένος ποταμός στην Ευρώπη μετά τον Πάδο της Ιταλίας. Οι αγρότες του παραδείγματος «αναπτύχθηκαν». Η ανάπτυξη τους εξαφάνισε τα ψάρια(τη τροφή τους) με τη χρήση των φυτοφαρμάκων, μόλυνε τους ποταμούς και αυτοί με τη σειρά τους μόλυναν τη θάλασσα. Έτσι οι αγρότες μας με τα κέρδη της ανάπτυξης αγοράζουν πια τα ψάρια τους, τα οποία έχουν μεγαλώσει με ένα μέρος των φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων που οι ίδιοι χρησιμοποίησαν για να «αναπτυχθούν», φαύλος κύκλος δηλαδή. Τo Ιερατείο της διαρκούς ανάπτυξης τους λέει να μην ανησυχούνε, θα εκτρέψουμε τον Αχελώο. Σύσσωμο το πολιτικό προσωπικό του τόπου τάσσεται υπέρ της εκτροπής του Αχελώου6 και υπερ της αέναης ανάπτυξης. Ο παραγωγισμός, ως συστημική υπερκομματική ιδεολογία, κυριαρχεί σχεδόν παντού.
Άγνοια ή Σκοπιμότητα
Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Ζίγκμουντ Μπάουμαν «ο Καπιταλισμός είναι ένα παρασιτικό σύστημα. Μπορεί να ευημερεί μόνον όταν βρίσκει έναν οργανισμό, τον οποίο δεν έχει ακόμα εκμεταλλευτεί, καταστρέφοντας τον». Επιβιώνει δημιουργώντας διαρκώς ανάγκες, στην περίπτωσή μας σπόρους, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, αγροτικά μηχανήματα. Γίνεται έτσι αντιληπτό ότι η αυτάρκεια των παραπάνω αγροτικών κοινοτήτων ήταν εμπόδιο στα σχέδια τους(είναι ενδεικτικό ότι καμία επιδότηση δε δίνεται στους αγρότες εάν δεν έχουν τα περίφημα καρτελάκια αγοράς υβριδικών σπόρων). Βασίζεται (ο Καπιταλισμός) στην υπερπαραγωγή και στην υπερκατανάλωση, καταστρέφοντας σύμφωνα με το Marx και τις δυο πηγές πλούτου, τη γη (καραβίδες, ψάρια και υγροβιότοποι όπως οι δικές μας φλέβες) και τους ανθρώπους (αγρότες και αγροτικές κοινότητες εν προκειμένω). Εκτός αυτού, το οικολογικό όριο της περατότητας των φυσικών πόρων και η μόλυνση του περιβάλλοντος, δεν ήταν τόσο εμφανής στα χρόνια του Marx. Μια νέα αντίθεση πέρα της αντίθεσης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, (και λόγω της παγκοσμιοποίησης), γίνεται περισσότερο από ποτέ κυρίαρχα εμφανής. Είναι η αντίθεση ανθρώπου – φύσης. Έτσι λοιπόν, εκτός από το ποιος κατέχει τα μέσα παραγωγής (που παραμένει καθοριστικό) αυτός καθαυτός ο τρόπος παραγωγής (εκτατικός, γραμμικός, βιομηχανικός, καπιταλιστικός) όπως και να τον ονομάσει κανείς, εφόσον διέπεται από την αντίληψη της διαρκούς μεγέθυνσης της παραγωγής και της κατανάλωσης, οδηγεί σε αδιέξοδο (εκτός και αν δεχτούμε ότι ο εποικισμός άλλων πλανητών από το ανθρώπινο είδος είναι εφικτός).
Αλλοτρίωση
Άνθρωποι που παράγουν με τον τρόπο των αγροτών του παραδείγματος μας, υιοθετούν – εν αγνοία τους άραγε; – και το ανάλογο νόημα ζωής που προβάλλει η διαρκής Καπιταλιστική Ανάπτυξη. Παρήγαγε με όποιον τρόπο μπορείς για να αυξήσεις την παραγωγή σου, μη νοιάζεσαι για το φυσικό περιβάλλον, μη δείχνεις καμία αλληλεγγύη για τις γενιές που θα ρθουν. Αδιαφόρησε για τις επιπτώσεις στη υγεία των ανθρώπων που θα χρησιμοποιήσουν τα προϊόντα που παράγεις. Η ηθική του Καπιταλισμού στα μεγαλείο της! Όσο για την πείνα στον τρίτο κόσμο μην ανησυχείτε. Οι εταιρείες των μεταλλαγμένων ετοίμασαν ένα ένζυμο που θα επιτρέπει τους φτωχούς να χωνεύουν το χορτάρι και τα φύλλα των δέντρων7. Την ίδια στιγμή, με δυο ευρώ, ημερησίως που είναι το κατά κεφαλήν εισόδημα της συντριπτικής πλειοψηφίας των χώρων του τρίτου κόσμου, επιδοτούνται ημερησίως τα βοοειδή στην Ευρώπη8. Το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού (ΗΠΑ) καταναλώνει το 25% της παγκόσμιας παραγόμενης ενέργειας9. Αν όλες οι χώρες αποκτήσουν το ίδιο επίπεδο ανάπτυξης, παραγωγής και κατανάλωσης με τις ΗΠΑ, χρειαζόμαστε 3 με 4 γαίες ακόμα. Ο δικός μας αγρότης έχασε τους Αγάδες του και την αυτάρκεια του, ο κάτοικος του βιομηχανικά ανεπτυγμένου βορρά κάθισε να αγναντέψει τα αστέρια και αντίκρισε έντρομος την τρύπα του όζοντος.
«Τι να κάνουμε;»……… Στην καρδιά της οπτικής του γράφοντος βρίσκεται ο προβληματισμός του φυσικού-οικονομολόγου Nicholas Georgescu Roegen που υποστηρίζει ότι είναι αδύνατη μια απεριόριστη ανάπτυξη μέσα σε έναν πεπερασμένο κόσμο. Θεωρώ επίσης ότι «η οικολογία είναι ανατρεπτική, επειδή θέτει υπό ερώτηση το καπιταλιστικό φαντασιακό που εξουσιάζει τον πλανήτη. Απορρίπτει το κεντρικό κίνητρο, σύμφωνα με το οποίο η μοίρα μας είναι να αυξάνουμε ασταμάτητα την παραγωγή και την κατανάλωση. Δείχνει (η οικολογία) τον καταστροφικό αντίκτυπο της καπιταλιστικής λογικής πάνω στο φυσικό περιβάλλον και στη ζωή των ανθρώπινων όντων»10. Ίσως χρειαστεί αρκετός χρόνος και προσπάθεια ακόμα για να αποδομηθεί το κεντρικό φαντασιακό της διαρκούς μεγέθυνσης στον αγροτικό κόσμο και μια σειρά από αυταπάτες που καλλιεργήθηκαν στους αγρότες κυρίως μέσω των επιδοτήσεων των Βρυξελών. Κυρίως χρειάζεται να γίνει εμφανής ένας άλλος τρόπος παραγωγής στους ίδιους τους αγρότες. Η άρνηση των κατοίκων των Μεγάλων Καλυβίων να επιτρέψουν την τερατώδη μεγέθυνση της πρώην ΕΛ.ΒΙ.Κ.11, η άρνηση της Ο.Α.Σ.Ε. (ομοσπονδία αγροτικών συλλόγων Ελλάδας) στην καλλιέργεια των μεταλλαγμένων και ο αγώνας ενάντια στην εκτροπή του Αχελώου είναι κοινά στοιχεία αντίστασης και αποδόμησης της διαρκούς Καπιταλιστικής ανάπτυξης. Κοινότητες, όπως το «Πελίτι» που δραστηριοποιείται στην εύρεση, συλλογή και διαφύλαξη ντόπιων σπόρων και φυτών και των αυτοχθόνων αγροτικών ζώων και τα μικρά και μεσαία αγροκτήματα (κυρίως οικογενειακής δομής) που δημιουργούνται σιγά-σιγά παντού στον τόπο μας, παράγοντας τοπικά ποιοτικά αγροτικά προϊόντα, δείχνουν να ξαναπιάνουν το νήμα από το σημείο που κόπηκε.
1,2 Για λόγους marketing, φυτοφάρμακα ονομάζουν οι εταιρείες τα εντομοκτόνα, ζιζανιοκτόνα και παρασιτοκτόνα που παράγουν. 3,4 Σύμφωνα με αφηγήσεις των Αποστόλη Στάμου, Θεόδωρου Πουλιανίτη, Βαγγέλη Μπίλλα, κατοίκων των Κόκκινου Πύργου, Πυργετού και Ρογγίων αντίστοιχα. 5 Χαρά Τζαναβάρα εφ. «Ελευθεροτυπία» 22-03-2010. 6 Με εξαίρεση τον ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ και τους Οικολόγους Πράσινους. 7,8,9 Σερζ Λατούς «Το στοίχημα της Αποανάπτυξης» εκδόσεις ΒΑΝΙΑΣ. 10 Κορνήλιος Καστοριάδης « Η Φαντασιακή θέσμιση της Κοινωνίας» εκδόσεις ΡΑΠΠΑ. 11 Η εταιρία που αγόρασε την ΕΛ.ΒΙ.Κ. ( Ελληνική βιομηχανία κρέατος) προσπάθησε να αυξήσει τον αριθμό των χοιρομητέρων, εισπράττοντας την κατακραυγή και τη πετυχημένη αντίσταση των κατοίκων των Μ.Καλυβίων και της Τρικαλινής κοινωνίας.
DEGROWTH EULOGY:
The downloadable file below, contains the English translation of the previous article.